Κυριακή 19 Αυγούστου 2012

Ο Κάρλ Μαρξ και η επανάσταση του 1821. Μια άγνωστη σχέση;

    Κ. ΜΑΡΞ – ΦΡ. ΕΝΓΚΕΛΣ,


Η ΕΛΛΑΔΑ, Η ΤΟΥΡΚΙΑ, ΤΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

         Τα κείμενα των Karl Marx & Frederick Engels είναι από άρθρα τους στην New York Tribune, την περίοδο 1853 – 1859, δηλαδή την ενδιάμεση περίοδο μετά την συγγραφή του Communist Manifest το 1848, και πριν την συγγραφή του Κεφαλαίου, το 1867.


          Είναι εμφανής η προσπάθεια τους να πείσουν ότι για να φουντώσει και να ολοκληρωθεί η «Επανάσταση» πρέπει να λειτουργήσει σε διεθνικό περιβάλλον, να εκλείψουν εστίες εθνοτήτων, θρησκευτικών δογμάτων, οικογενειακών δεσμών και εθίμων. Αυτός είναι ο λόγος που ήταν σε πολεμική αντίθεση με τον Τσαρισμό, τον άσπονδο εχθρό. Επειδή δε φοβόντουσαν ότι η Ελλάδα, με όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, μπορεί να γίνει ο Δούρειος Ίππος του Τσαρισμού και να έχουμε μία περίπτωση Κωνσταντινούπολης – Τσάριγκραντ, για το λόγο αυτό καλλιέργησαν τέτοιο μίσος για την Ελλάδα, ώστε ήδη από πολλούς Ιστορικούς, να θεωρείται το μήλο της έριδας και ο λόγος όλων των Παγκόσμιων πολέμων.

          Η Ελλάδα, για τον Παγκόσμιο Ολοκληρωτισμό, θεωρείται ο μέγιστος εχθρός. Ο Ελληνικός λαός έχει ιστορία, παιδεία, κουλτούρα, πίστη στο Θείο και την Ορθοδοξία ως απαραίτητων συστατικών στοιχείων διαφύλαξης του γένους, έρευνα για το άγνωστο, ανεπτυγμένη αίσθηση ελευθερίας, πραγματικής δημοκρατίας, είναι εφευρετικός, ανοιχτόμυαλος, Είναι ισχυρογνώμων, ιδιαίτερα απείθαρχος. Αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να μας έφτασαν εδώ που βρισκόμαστε, αλλά αυτά είναι που μας έχουν κρατήσει ζωντανούς, ως έθνος, στους αιώνες των αιώνων σε ένα καταιγιστικό πόλεμο όλων των Ηγετών του Παγκόσμιου Χάρτη. Θεωρούν ότι η επικυριαρχία μπορέι να επιτευχθεί μόνο μέσα από υποταγμένους λαούς και μέχρι σήμερα ΜΟΝΟ οι Έλληνες εξακολουθούν να έχουν Εθνική κουλτούρα, Παιδεία, Θρησκεία, Οικογενειακή παράδοση. ¨Ότι ήθελε, με μανία να καταστρέψει ο Μάρξ.

              Παρακάτω θα επιχειρήσω μία καταγραφή θέσεων – απόψεων, όπως τις ανέβασα και ανέλυσα στο Διαδίκτυο. Με αυτήν επιχειρείται ανάλυση των θέσεων των Κ. Μαρξ (Μ.) και Φρ. Ένγκελς (Έ.) για το Ανατολικό ζήτημα και με ό,τι σχετίζεται με αυτό, όπως τις απόψεις τους για την Ελλάδα, την Οθωμανική Αυτοκρατορία, τη Ρωσία, την Αγγλία και τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις καθώς και τη σχέση ανάμεσα στην Επανάσταση και τον εθνικισμό των βαλκανικών χωρών.

             Η ανάλυση αυτή βασίζεται στα κείμενα των Μαρξ-Ένγκελς (Μ.-Ε.) που παρατίθενται στο ομότιτλο με τον τίτλο της μελέτης έργο του Παναγιώτη Κονδύλη (Π.Κ.) των εκδόσεων "ΓΝΩΣΗ" καθώς και εν μέρει στην πολύτιμη εισαγωγή του τελευταίου.
Ως Ανατολικό Ζήτημα μπορεί να οριστεί το ζήτημα της διανομής των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τόσο των ευρωπαϊκών όσο και των μικρασιατικών-ασιατικών. Οι Μ.-Ε. αναφέρονται κυρίως στο ζήτημα της διανομής των ευρωπαϊκών εδαφών της Οθ. Αυτοκρατορίας καθώς και στην κατοχή της Κων/πολης, καθώς θεωρούν ότι προς το παρόν δεν τίθεται ζήτημα διανομής των εδαφών της Μ. Ασίας και άλλων ασιατικών τουρκικών περιοχών, επειδή «η ασιατική Τουρκία, αν και αραιοκατοικημένη, ωστόσο σχηματίζει μια μάζα μουσουλμανικού φανατισμού και τουρκικής εθνότητας πάρα πολύ συμπαγή ώστε να προσκαλεί, προς το παρόν σε κατακτητικά εγχειρήματα» (Έ. Απρίλιος-Μάρτιος 1853).



ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ και ΣΧΟΛΙΑ ΣΕ ΑΥΤΕΣ.


Γενικά.
Οι εκτιμήσεις των Μ-Ε για το Ανατολικό Ζήτημα βασίζονται σε ορισμένες σταθερές: Ρωσσία, Δύση (Μ. Δυνάμεις), Επανάσταση, Τουρκία, Στάτους Κβο, υπόδουλοι Χριστιανοί (Νοτιοσλάβοι και Έλληνες) των Βαλκανίων.

Απόλυτη και ύψιστη αρχή των Μ-Ε είναι να υποστηρίζουν κάθε φορά οτιδήποτε θεωρούν ότι προάγει, ενισχύει, επισπεύδει ή δεν αντιτίθεται στην ευρωπαϊκή Επανάσταση. Μπορεί να αλλάζουν κρίσεις και απόψεις για την Τουρκία, τους Έλληνες, τους Νοτιοσλάβους (Σλάβους των Βαλκανίων), τις Δυτικές Δυνάμεις, αλλά όταν τις αλλάζουν, αυτό δεν οφείλεται σε μια γενικευμένη ανικανότητα προσανατολισμού, όπως θα νόμιζε κανείς αφελής, αλλά στον σταθερό προσανατολισμό με βάση το ποιος (κατά την άποψή τους) προωθεί –ηθελημένα ή ασυνείδητα– την Επανάσταση.

Μια δεύτερη αρχή είναι ότι η τσαρική Ρωσσία είναι (στο Ανατολικό Ζήτημα) κάτι σαν το Απόλυτο Κακό. Όντας το πιο απολυταρχικό χριστιανικό κράτος, είναι ο κατεξοχήν εχθρός της επερχόμενης κομμουνιστικής Επανάστασης και των δημοκρατικών ελευθεριών της Γαλλικής Επανάστασης· και η επέκτασή της συνιστά απόλυτο κίνδυνο για την Επανάσταση, τον ευρωπαϊκό πολιτισμό (της μετά το 1789 εποχής) κ.ο.κ. Επιδιώκει να κατακτήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία ή έστω την Πόλη και τα Βαλκάνια, και αν το πετύχει τότε αυξάνει την ισχύ της σε απίστευτο βαθμό έναντι των λιγότερο αυταρχικών κρατών της Δύσης, οπότε μπορεί να τις απειλεί είτε εδαφικά είτε να οδηγήσει σε μαρασμό την Επανάσταση. Οπότε οι κατακτήσεις της Γαλλικής Επανάστασης τίθενται σε κίνδυνο. Οπότε αποτελεί απόλυτη ανάγκη ο τσαρισμός να μην καταφέρει να ανακτήσει την Πόλη.

Εδώ ο ρόλος της Τουρκίας εκτιμάται ποικιλοτρόπως. Οι Μ-Ε ως τακτικιστές, άλλοτε εναντιώνονται στους ρομαντικούς φιλότουρκους Δυτικούς και άλλοτε υποστηρίζουν την Τουρκία όταν θεωρούν ότι αποτελεί καλό ανάχωμα κατά της Ρωσσίας. Ενώ στην πρώτη περίπτωση αναφέρουν τα τουρκικά αρνητικά στοιχεία και κοροϊδεύουν τους ρομαντικούς φιλότουρκους, στην δεύτερη δεν τσιγκουνεύονται σε επαίνους για τον τουρκικό λαό, την τουρκική αγροτιά κοκ. Ωστόσο, η βασική τους εκτίμηση είναι ότι αργά ή γρήγορα η Τουρκία θα εκδιωχθεί από τα Βαλκάνια. Με βάση αυτό επιδιώκουν είτε να μην εκδιωχθεί από την Ρωσσία είτε, στον βαθμό που γίνεται, να εκδιωχθεί από Νοτιοσλάβους εφόσον αυτοί είναι αντιρώσσοι, είτε να κρατήσει την θέση της στα Βαλκάνια/Πόλη έως ότου γίνει η Επανάσταση στην Ρωσσία οπότε και ο ρόλος της στα Βαλκάνια, ως αντίσταση στον τσαρισμό, θα έχει τελειώσει. Οι Μ-Ε. προτιμούν την Τουρκία από την Ρωσσία και διότι πιστεύουν ότι μόνον η δεύτερη είναι επεκτατικό κράτος ενώ η πρώτη όχι, παρ’ όλο που η θεοκρατία είναι κοινή και στις δυο.

Όσον αφορά το στάτους κβο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αυτό υποστηρίζεται στις εξής περιπτώσεις: όταν η τσαρική Ρωσσία είναι έτοιμη να κηρύξει πόλεμο ή έχει κηρύξει πόλεμο στην Τουρκία ή έχει προκαλέσει μέσω των πρακτόρων της εξεγέρσεις στα Βαλκάνια. Και όταν θεωρείται ότι η ευρωπαϊκή κομμουνιστική Επανάσταση είναι τόσο κοντά χρονικά, ώστε η διατάραξη του στάτους κβο θα μπορούσε να προκαλέσει πανευρωπαϊκό/παγκόσμιο πόλεμο με αποτέλεσμα η επαναστατική διάθεση των δυτικοευρωπαϊκών λαών/προλεταριάτου να χαθεί προς όφελος του σωβινισμού και έτσι απομακρυνθεί η Επανάσταση. Αντίθετα, όταν θεωρείται ότι η Ρωσσία δεν απειλεί άμεσα την Τουρκία με κατάκτηση, το στάτους κβο ερμηνεύεται ως ανέφικτο ευχολόγιο, αφού η διαπίστωση της μελλοντικής/προσεχούς εκδίωξης της Τουρκίας από τα Βαλκάνια/Πόλη πάντοτε ισχύει, και άρα υπάρχει εναντίωση σε αυτό. Επίσης υπάρχει εναντίωση σε αυτό, όταν διαπιστώνεται ότι το στάτους κβο οδηγεί, λόγω της ανυπόφορης σκλαβιάς αναπόφευκτα τους υπόδουλους βαλκάνιους λαούς στην αναζήτηση λυτρωτή κι έτσι συνήθως στην αγκαλιά του ομόδοξου και ομόφυλου Τσάρου, δηλαδή στην αγκαλιά της απολυταρχίας και στην επίταση του κινδύνου να κατακτήσει η Ρωσσία εύκολα –με την νοτιοσλαβική/ελληνική βοήθεια– τα Βαλκάνια.

Στο πλαίσιο αυτό οι Βαλκανικοί λαοί και ειδικά οι Νοτιοσλάβοι αξιολογούνται ανάλογα με το αν η θέλησή τους για ανεξαρτησία συμφέρει ή όχι την Επανάσταση. Όταν οι Μ-Ε θεωρούν ότι οι Νοτιοσλάβοι έχουν αντιρωσσικές τάσεις, ότι αυτές θα ενισχυθούν με την ανεξαρτητοποίησή τους, ότι εκδυτικίζονται, και ότι δεν συντελεί αυτή στην ενίσχυση των Ρώσσων, τότε είναι υπέρμαχοι ενός Νοτιοσλαβικού μεγακράτους. Αντίθετα, όταν θεωρούν ότι οι Νοτιοσλάβοι αναπόφευκτα και σε κάθε περίπτωση (λόγω των συνθηκών) προστρέχουν στον Τσάρο, ότι είναι πιόνια της ρωσσικής επεκτατικής πολιτικής ή ότι με την άκαιρη επαναστατικότητά τους οδηγούν σε ευρωπαϊκό πόλεμο εμποδίζοντας την έκρηξη της Επανάστασης, τότε οι Μ-Ε έχουν γι’ αυτούς τα χειρότερα λόγια, κυριολεκτικά βρισιές για τον εθνικό τους χαρακτήρα και ασφαλώς αντιτίθενται στην ανεξαρτησία τους δηλώνοντας ότι πρώτα πρέπει να νικήσει η Επανάσταση και έπειτα να ανεξαρτητοποιηθούν οι Νοτιοσλάβοι. Αντίστοιχα, όταν η διατάραξη του στάτους κβο δεν απειλεί την Επανάσταση, οι Νοτιοσλάβοι και γενικά οι Βαλκάνιοι λαοί υποφέρουν από τους Τούρκους, ενώ όταν η διατάραξη του στάτους κβο και η απελευθέρωση των Βαλκάνιων λαών απειλεί την Επανάσταση, τότε οι Νοτιοσλάβοι χαρακτηρίζονται βάρβαροι που διαπράττουν ακόμη και σφαγές αθώων Τούρκων.

Οι Έλληνες αντιμετωπίζονται ως παρακατιανοί, για δύο λόγους. Πρώτον γιατί θεωρούνται βασικά πιόνια της ρωσσικής πολιτικής, και δεύτερον επειδή ο πληθυσμός τους στα Βαλκάνια κρίνεται σχετικά πολύ μικρός ώστε να έχουν το δικαίωμα σε εδαφική επέκταση πέρα από την Θεσσαλία και ίσως την Ήπειρο, πόσο μάλλον δικαίωμα σε ανασύσταση του Βυζαντίου όντας μειοψηφία σε μια νοτιοσλαβική θάλασσα στα Βαλκάνια. Όταν οι Νοτιοσλάβοι θεωρούνται καλοί για την Επανάσταση τονίζεται τόσο η αντιπαλότητα μεταξύ Ελλήνων και Νοτιοσλάβων όσο και –εναντίον του δυτικού φιλελληνισμού ο οποίος σύμφωνα με τους Μ-Ε συμφέρει τον τσαρισμό εξιδανικεύοντας τους Νεοέλληνες ως απευθείας απογόνους των Αρχαιοελλήνων– η σλαβική καταγωγή τους. Όταν οι εξεγέρσεις των Ελλήνων απειλούν την Επανάσταση δια της ενίσχυσης των Ρώσσων, τότε και γι’ αυτούς υπάρχουν αρκετές βρισιές.

Η στάση των Μ.-Ε. προς τους λαούς των Βαλκανίων δεν φαίνεται να είναι σταθερή. Οι κρίσεις τους πάσχουν από τακτικισμό, δηλαδή όποτε συμφέρει την Επανάσταση ένας λαός είναι καλός, δημοκρατικός, σοβαρός κοκ, ενώ όποτε την βλάπτει, είναι άξεστος, βάρβαρος κοκ. Η ίδια αντιφατικότητα λόγω πολεμικής χαρακτηρίζει και τις κρίσεις των Μ-Ε. για τους Τούρκους. Το ενοχλητικό είναι ότι ενώ οι Μ-Ε κατακρίνουν τον ηθικισμό, δηλαδή τον ρομαντικό φιλελληνισμό και φιλοτουρκισμό των Δυτικών, και συνεπώς την θέαση της πολιτικής βάση του ρομαντισμού αντί της ωμής γεωπολιτικής, οι ίδιοι πάμπολλες φορές προκειμένου να πείσουν για την ορθότητα των απόψεών τους (π.χ. ενάντια στην νοτιοσλαβική ή ελληνική άμεση ανεξαρτητοποίηση) χρησιμοποιούν ηθικιστικά επιχειρήματα (για τον χαρακτήρα των Νοτιοσλάβων ή των Ελλήνων, δηλαδή χρησιμοποιούν αυτό το οποίο αλλού καταδικάζουν.

Εννοείται ότι η στάση αυτή στέκεται και πέφτει ανάλογα με το πόσο σωστές ήταν οι προβλέψεις των Μ-Ε για την επερχόμενη Επανάσταση. Έτσι, η απαίτηση/προτροπή του Έ. στους Νοτιοσλάβους να μην χαλάσουν την προετοιμασία της Επανάστασης αλλά να περιμένουν την νίκη της ώστε μετά από αυτήν να απελευθερωθούν πραγματικά και όχι ψεύτικα από τους Ρώσσους έχει νόημα μόνο εφόσον αναμένεται σχετικά σύντομα η Επανάσταση. Οι Μ-Ε ως μεσσιανιστές κάθε είδηση την θεωρούσαν απόδειξη ότι έρχεται σύντομα η Επανάσταση (στα 1880κάτι πιστεύουν ότι σε 4 μήνες πέφτει ο τσαρισμός), άρα η απαίτησή τους να μην αποπροσανατολίζουν το προλεταριάτο οι Νοτιοσλάβοι και οι άλλοι υπόδουλοι ευρωπαϊκοί λαοί (π.χ. Αλσατοί) με τις τάσεις ανεξαρτησίας τους ήταν έντονη. Σήμερα μπορεί να δει κανείς κατά πόσο θα έπρεπε ή όχι οι διάφοροι λαοί να περιμένουν (για πόσο;) την Επανάσταση αντί της κουτσής-στραβής ανεξαρτησίας τους.

Ακόμη και για τους Ρώσσους, οι Μ-Ε δεν έχουν αντίρρηση να τους αποκαλέσουν μεγαλόθυμα «ευγενικό έθνος», εάν και εφόσον, έπειτα από μια κομμουνιστική επανάσταση στην Ρωσσία, παραιτούνταν (όχι σαν τους Άγγλους κ.λπ. Δυτικούς) από τις κατακτητικές επιδιώξεις τους για την Πόλη. Τότε θα αφοσιωθούν στον εκπολιτισμό της Ασίας, στις τέχνες και τα γράμματα, ενώ ταυτόχρονα θα εκδυτικιστούν.

Με άλλα λόγια οι αντιλήψεις τους για τα διάφορα έθνη της Ανατολής εξαρτώνται από το αν αυτά ωφελούν την Επανάσταση. Δεν οφείλονται δηλαδή σε εγγενείς απόψεις, δηλ. δεν είναι ανθέλληνες ή αντισλάβοι ή φιλοσλάβοι ή φιλότουρκοι. Σαφώς δεν μπορεί κανείς να τους αποκαλέσει ρατσιστές, αν και θα μπορούσε να τους αποκαλέσει δυτικοκεντρικούς, ωστόσο θα μπορούσε να τους επικρίνει για την συχνή και ενίοτε ακραία αλλαγή, λόγω τακτικής στην στρατηγική τους, στις απόψεις τους για αυτά.
Τέλος, πρέπει να παρατηρήσω ότι οι Μ-Ε είχαν διάφορες απόψεις για τη σχέση Επανάστασης-ευρωπαϊκού πολέμου. Άλλοτε φαίνεται σα να τον θεωρούν καταστροφικό, άλλοτε επισημαίνουν ότι ως θετικά στοιχεία θα είναι η εξάλειψη του μιλιταρισμού και της δυνατότητας για πόλεμο. Γενικά, οι «προφητείες» τους σχετικά με την μοίρα των Βαλκανίων και της Αν. Ευρώπης δεν είναι τόσο πετυχημένες. Για παράδειγμα, η κεντρική αντιρωσσική θέση τους είναι ότι με την πτώση του τσαρισμού όλα θα είναι ρόδινα στα Βαλκάνια, καμμιά Δυτική Δύναμη δεν θα επεμβαίνει και οι βαλκανικοί λαοί θα κανονίσουν τα του οίκου τους. Στην πραγματικότητα η πτώση του τσαρισμού (= η ρωσσική επανάσταση) ούτε έφερε τέλος στις επεμβάσεις των Μ. Δυνάμεων στα Βαλκάνια/Μικρασία και μάλιστα έπειτα από δυόμιση δεκαετίες έφερε τα Βαλκάνια και όλη την Αν. Ευρώπη υπό ρωσσικό έλεγχο.

Παρακάτω εξετάζονται οι εξής πτυχές:
Στάτους κβο-Ανατολικό Ζήτημα
Επανάσταση και εθνικό ζήτημα
Ρωσσία
Χαρακτήρας Τούρκων και τουρκικής κυριαρχίας
Έλληνες
Μαυροβούνιοι
Βούλγαροι
Σλάβοι
Αγγλία – Δυτικές Μ. Δυνάμεις
Ευρωπαϊκός πόλεμος, Μ. Δυνάμεις, Επανάσταση
ΗΠΑ

Στάτους κβο-Ανατολικό Ζήτημα

Σε κείμενό του ο Έ. στον Απρίλιο-Μάρτιο του 1853 αποκαλεί τη διατήρηση του στάτους κβο στην Τουρκία «μεγάλο διπλωματικό γιατροσόφι». Επίσης στον Απρίλιο του 1853 ο Έ. αναφέρεται «στην κούφια κι ανεφάρμοστη θεωρία της διατήρησης του στάτους κβο» εξηγώντας αμέσως (21-4-1853) ότι το ίδιο το στάτους κβο αυτοϋπονομεύται και οδηγεί στην κατάργησή του: Όσο διατηρείται το στάτους κβο, τόσο οι Ορθόδοξοι πληθυσμοί των Βαλκανίων καταπιέζονται από την τουρκική κυριαρχία και συνεπώς αναπόφευκτα προσβλέπουν στην προστασία του Τσάρου, ο οποίος υπόσχεται να τους απαλλάξει από τους Τούρκους άμεσα ή σταδιακά, συνεπώς επιζητούν προς όφελος της Ρωσσίας την ανατροπή του στάτους κβο.
Βέβαια, ο Μ. (10-6-1853) μετριάζει την ταύτιση αυτή υπόδουλων ΧΟ Βαλκάνιων και Τσάρου παραθέτοντας επιδοκιμαστικά «Ο ελληνορθόδοξος πληθυσμός επιθυμεί την υποστήριξη της Ρωσσίας, όμως υπό τον όρο, ότι δεν θα υπάγεται στην άμεση κυριαρχία της». Επίσης ο Μ. (2-9-1853) θεωρεί απάτη «την ταυτότητα Ανατολικής και Ρωσσικής Εκκλησίας». Και ο Μ. (15-4-1854): «Η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία…η οποία αναγνωρίζει τον πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, διαφέρει ουσιαστικά από την Ελληνορωσσική, της οποίας κύρια πνευματική αρχή είναι ο τσάρος, καθώς και από την Ελλαδική, της οποίας κύριες αρχές είναι ο βασιλιάς και η σύνοδος των Αθηνών». Κάτι τέτοιο υπονομεύει την παραπάνω θέση, διότι καθιστά τους υπόδουλους ΧΟ βαλκάνιους λαούς ευεπίφορους σε κάθε είδους, Ορθόδοξους και μη, «απολυτρωτές» τους, όχι μόνο στον Τσάρο. Αν δεν υπάρχει τέτοια απόλυτη ταύτιση βαλκάνιων ΧΟ και Τσάρου (κι αν οι Νοτιοσλάβοι έτσι κι αλλιώς ανεξαρτητοποιούμενοι θα γίνουν αντιρώσσοι), τότε γιατί προσβλέπουν στην Ρωσσία οπωσδήποτε όσο διατηρείται το στάτους κβο; Πράγματι στους Έλληνες στα 1821, μετά τα Ορλωφικά, είχε αρχίσει να εμφανίζεται η ιδέα πως μόνοι τους θα απελευθερωθούν. Στις 25-2-1882 πάντως ο Έ. επιστρέφει στην αρχική θέση της 21-4-1853, ότι οι Νοτιοσλάβοι βλέπουν τον Τσάρο ως απελευθερωτή τους και μάλιστα ως μόνον απελευθερωτή (δηλαδή την ταύτιση Νοτιοσλάβων και Ρώσσων). Η διαφορά στις δυο θέσεις είναι ότι στα 1853 βλέπει με συμπάθεια την απελευθέρωση των Νοτιοσλάβων (δηλ. η άποψη των Νοτιοσλάβων για τον τσάρο δεν τον επηρεάζει αρνητικά), ενώ στα 1882 την βλέπει αρνητικά (η άποψη αυτή τον επηρεάζει αρνητικά).

Η διατήρηση της κυριαρχίας της Τουρκίας σε Βαλκάνια-Πόλη είναι αναγκαία επειδή αλλιώς οι Ρώσσοι θα κυριαρχήσουν και έτσι η Επανάσταση θα υποστεί πλήγμα. Καλό το στάτους κβο, μόνο για λόγους επαναστατικούς: «Η διατήρηση της τουρκικής ανεξαρτησίας ή, σε περίπτωση πιθανής διάλυσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η ματαίωση του ρωσσικού σχεδίου προσάρτησης [της Πόλης] είναι ζήτημα ύψιστης σημασίας» (Έ., 12-4-1853). Όπως φαίνεται, αν δεν μπορεί να μη διαλυθεί η Τουρκία, στόχος είναι να μην κερδίσει η Ρωσσία από την διάλυση.
Τέτοια άποψη για διατήρηση της κυριαρχίας έρχεται σε αντίθεση με την άποψη ότι όσο διατηρείται το στάτους κβο τόσο ελλοχεύει ο κίνδυνος η Ρ. να πάρει, ως προστάτης των Χριστιανών, την Πόλη. Η αντίθεση λύνεται φαινομενικά με την θέση είτε ότι πλησιάζει η Επανάσταση, οπότε τότε θα λυθούν όλα τα εθνικά προβλήματα, είτε ότι η Τουρκία φυλάει την Πόλη/Βαλκάνια για χάρη της Επανάστασης.

Για τον Έ. (21-4-1853) η λύση του Ανατολικού Ζητήματος σχετίζεται με την Επανάσταση: «Η λύση του τουρκικού προβλήματος, όπως και άλλων μεγάλων προβλημάτων, επιφυλάσσεται στην ευρωπαϊκή Επανάσταση». Μια τέτοια θεώρηση ωστόσο είναι επικίνδυνη στο βαθμό που αβάσιμα θεωρείται ότι σύντομα θα γινόταν η ευρ. Επανάσταση. Κατά τον Μ. (21-1-1877) «Το ανατολικό ζήτημα...θα τελειώσει με μιαν επανάσταση στη Ρωσσία, όποια κι αν είναι η έκβαση του πολέμου εναντίον των Τούρκων». Εδώ είχε άδικο, γιατί το Ανατολικό Ζήτημα λύθηκε ανεξάρτητα από την Επανάσταση του 1917: τόσο στα 1913, στα 1918, όσο και γιατί ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος 1919-1922 ήταν πόλεμος στον οποίο αναμίχθηκαν όλες οι Μ. Δυνάμεις.
Για τον Μ. (14-7-1853) επειδή οι Μ. Δυνάμεις δεν θέλουν να ανατρέπεται το στάτους κβο, κι επειδή ένας πόλεμος αναμεταξύ τους θα ανέτρεπε το στάτους κβο, επιτρέπουν στις Ρωσσία και Αυστρία να υπερβαίνουν τα όρια όσον αφορά στην Τουρκία, δίχως άλλο πρακτικό αντάλλαγμα για τη στάση τους. Κι αλλού (14-7-1853) γράφει ότι «Από τη στιγμή που η ιδέα της καταστροφή της τουρκικής αυτοκρατορίας πάψει να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής, δεν είναι πιθανό ότι η βρετανική κυβέρνηση θα διακινδύνευε ένα γενικό πόλεμο μόνο και μόνο για να γλυτώσει τον συλτάνο από την υποταγή του στον α και β όρο». Έτσι, όταν δεν τίθεται θέμα αλλαγής του στάτους κβο, οι Μ. Δυνάμεις δεν ενδιαφέρονται να σώσουν την Τουρκία.

Ο Μ. (25-7-1853) αναφέρεται «στην δόλια καταστροφή του τουρκικού στόλου στο Ναβαρίνο», όταν είναι κατά της αλλαγής του στάτους κβο.
Κατά τον Μ. (25-7-1853) ακόμη και η Ρωσσία διαφυλάττει το στάτους κβο ροκανίζοντάς το, ώστε μόνη της να κυριεύσει την παρακμάζουσα Τουρκία: «Διατήρησε προσεκτικά την αποσύνθεση του τουρκικού κράτους κάτω από την αποκλειστική φύλαξη της Ρωσσίας». Από την άλλη όμως ο Μ. θεωρεί ότι «ο σουλτάνος κρατά την Κωνσταντινούπολης προς φύλαξη για λογαριασμό της Επανάστασης» (12-8-1853).

Ο Μ. (5-8-1853) θεωρεί ότι οι Μ. Δυνάμεις μεταξύ των επιλογών 1) της ανασυγκρότησης της Οθ. Αυτοκρατορίας, 2) της ίδρυσης ελληνικής Αυτοκρατορίας, 3) της ίδρυσης ομοσπονδιακής δημοκρατίας σλαβικών κρατών, 4) της διατήρησης του στάτους κβο, επιλέγουν λόγο αδυναμίας ή δειλίας την 4η επιλογή, «δηλαδή της κατάστασης της σήψης που απαγορεύει στον σουλτάνο να χειραφετηθεί από τον τσάρο και στους Σλάβους να χειραφετηθούν από τον σουλτάνο». Εδώ φαίνεται πως ο Μ. θέλει οποιαδήποτε λύση εκτός από τη διατήρηση του στάτους κβο η οποία οδηγεί, κατ’ αυτόν, στην ρωσσική κατάκτηση της Τουρκίας.

Όταν εναντιώνεται στην αλλαγή του στάτους κβο ο Μ. (19-7-1854) η οποία οφελεί την Ρωσσία, άρα βλάπτει την Επανάσταση, φτάνει στο σημείο να θεωρεί απαράδεκτη την αλλαγή συνθηκών υποτέλειας μεταξύ Μολδοβλαχών και Τούρκων.

Στους πολέμους Ρωσσίας – Τουρκίας οι Μ.-Ε. υποστηρίζουν την δεύτερη για τον εξής λόγο, που αναφέρεται από τον Μ. (4-2-1878): «η ήττα των Ρώσσων θα επιτάχυνε πολύ την κοινωνική ανατροπή στην Ρωσσία…και μαζί την μεταστροφή σ’ ολόκληρη την Ευρώπη». Η ήττα στα 1917 της τσαρικής Ρωσσίας δεν έφερε την ευρωπαϊκή Επανάσταση, οι Μ.-Ε. ήταν αδύνατο να διαχωρίσουν ένα τέτοιο συνταρακτικό γεγονός από μια πανευρωπαϊκή διεθνή επανάσταση και νόμιζαν ότι το πρώτο συνεπάγεται το δεύτερο.

Επανάσταση και εθνικό ζήτημα

Ο Μ. (2-5-1854) αναφέρεται στον «…επαρχιωτικό εγωισμό που τυφλώνει κάθε λαό με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να κατακτήσει την ελευθερία του θυσιάζοντας την ανεξαρτησία ενός άλλου λαού»

Οι Μ.-Ε. έθεταν σε προτεραιότητα την Επανάσταση και σε δεύτερη μοίρα την απελευθέρωση των βαλκάνιων λαών, κι ο κυριότερος λόγος ήταν ότι με την Επανάσταση θα απελευθέρωνε και τα έθνη αυτά, ενώ η απελευθέρωσή τους δίχως να προηγηθεί η Επανάσταση απλώς θα τα προσέδενε στον Τσαρισμό, θα του έδινε μεγαλύτερη δύναμη και θα οδηγούσε στην υποδούλωση τόσο των εθνών αυτών όσο και της Ευρώπης στον Τσαρισμό. Συνεπώς, μακροπρόθεσμα, ήταν πιο συμφέρον για όλους, και για τα βαλκάνια έθνη, να περιμένουν παρά να γίνεται αγώνας, από τα ίδια ή από τους φιλελεύθερους Δυτικούς, υπέρ της απελευθέρωσής τους. Έτσι ο Έ. (22/25-2-1882) γράφει: «Μπορείτε να έχετε την ίδια υπομονή με το ευρωπαϊκό προλεταριάτο. Αν αυτό απελευθερωθεί, είσαστε και σεις αυτόματα ελεύθεροι, ίσαμε την στιγμή εκείνη όμως δεν ανεχόμαστε να μπαίνετε στον δρόμο του αγωνιζόμενου προλεταριάτου. Το ίδιο ισχύει και για τους Σλάβους. Η νίκη του προλεταριάτου τους απελευθερώνει πραγματικά κι αναγκαία, όχι επιφατικά και προσωρινά, όπως ο τσάρος».

Την άποψη αυτή μπορεί κανείς να την δεχτεί ή να την απορρίψει με βάση κάποιες προϋποθέσεις ανεξάρτητες από την ίδια. Δηλαδή: Είναι στην ουσία της σωστή (η απελευθέρωση από τον Τσάρο δεν θα οδηγούσε σε πραγματική ελευθερία), ακόμη κι αν δεχτούμε το αόριστο μεσσιανικό επιχείρημα ότι με την νίκη της Επανάστασης όλα τα κακά του κόσμου θα τελειώσουν, άρα και τα υπόδουλα έθνη θα απελευθερωθούν πραγματικά. Το ζήτημα είναι: τι γίνεται αν η Επανάσταση αργεί; Για πόσο καιρό πρέπει να περιμένουν οι υπόδουλοι (Αλσατοί, Νοτιοσλάβοι, Έλληνες κοκ); Τέτοια ερωτήματα δεν υπάρχουν για τους Μ.-Ε., όχι ίσως τόσο γιατί δεν φαίνεται να τα έχουν σκεφτεί, αλλά γιατί ερμηνεύουν αφελώς διάφορες μικροσυνωμοσίες ως την επερχόμενη Επανάσταση και πιστεύουν αφελώς ότι αυτή έρχεται (σχετικά) σύντομα. Η «αφέλεια» αυτή οφείλεται προφανώς στην ελπίδα ότι δεν μπορεί να μην γίνει άμεσα ή σε λίγο η Επανάσταση. Πάντως, με τέτοια εκτίμηση της τοτινής κατάστασης και με βάση τέτοιες ελπίδες, το ερώτημα «τι θα πρέπει να κάνουν τα υπόδουλα εθνίδια αφού δεν έρχεται η Επανάσταση;» κυριολεκτικά δεν απαντάται από τους Μ.-Ε. παρά μόνο με την άποψη για υπομονή. Επειδή, όμως, η άποψη για την προτεραιότητα της Επανάστασης έναντι του εθνικισμού βασίζεται απόλυτα στην προσμονή, άμεσα ή πάντως σε λίγο, της νικηφόρας Επανάστασης, η πολιτική αυτή άποψη χάνει κάθε πρακτικό έρεισμα όταν η παραπάνω προσμονή καταντά μεσσιανική εμμονή. Βέβαια, ο Έ. έχει από την άλλη αρκετό δίκαιο, όταν αναφέρει ότι η ανεξαρτησία των εθνοτήτων είναι κίβδηλη αν πριν την ανεξαρτησία δεν έχει γίνει η νικηφόρα Επανάσταση. Αλλά αυτό δεν αναιρεί το συμπέρασμα ότι, εφόσον η Επανάσταση καταντά μεσσιανική εμμονή, δεν απομένει τίποτε άλλο παρά (το μη χείρον βέλτιστον) η έστω και κίβδηλη απελευθέρωση.

Ο Π. Κονδύλης στην εισαγωγή του κάνει ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για τον τρόπο με τον οποίον έβλεπαν οι Μ.-Ε. το εθνικό ζήτημα (σ. 26-31): «για τους Marx και Engels ο εθνικισμός με την σημερινή έννοια (αίτημα πολιτικής αυτοδιάθεσης κάθε εθνικά ομοιογενούς ομάδας ανεξάρτητα από τον όγκο και το πολιτισμικό της επίπεδο) διόλου δεν αποτελεί θέμα αρχής˙ απεναντίας μάλιστα. (...) Ο λόγος αρχής είναι ότι το αίτημα του εθνικού κράτους, τουλάχιστον όπως αρθρώνεται στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα του 19ου αι., δεν είναι προλεταριακό ως προς την υφή και την προέλευσή του, παρά αστικό και φιλελεύθερο, αποσκοπεί δηλ. στην πολιτική και οικονομική ενοποίηση ορισμένου χώρου διαμέσου της υπέρβασης του φεουδαλικού κατακερματισμού του. Αν όμως ο εθνικός χώρος ενοποιείται έτσι προς τα μέσα, υψώνει φράγματα προς τα έξω, φράγματα που γεννούν την εντύπωση ότι οι κάθετες αντιθέσεις ανάμεσα στα έθνη είναι βαθύτερες και ιστορικά σημαντικότερες από τις οριζόντιες αντιθέσεις ανάμεσα στις τάξεις. (...) όποιος ξεκόβει από τον φιλελευθερισμό ξεκόβει κι από τον εθνικισμό. (...) Από τη σκοπιά της επαναστατικής στρατηγικής, που θέλει να στηρίζεται στα ουσιώδη αντικειμενικά δεδομένα της ιστορικής εξέλιξης, είναι λοιπόν κρίσιμη η διάκριση ανάμεσα στα πρωτοπόρα και στα βραδυπορημένα ή, όπως λέει ο Engels, ανάμεσα στα ιστορικά και στα μη ιστορικά έθνη. Αν η κρατική αυτοτέλεια των πρώτων αποτελεί όρο της ιστορικής προόδου, διόλου δεν είναι απαραίτητη η αντίστοιχη αυτοτέλεια των δεύτερων - ίσως μάλιστα να είναι και επιζήμια. Ήδη στα 1849 ο Engels μιλά για "απορρίμματα λαών" που είναι έτοιμα κάθε στιγμή να υποστηρίξουν την αντεπανάσταση, ενώ ακριβώς δέκα χρόνια αργότερα, επ' αφορμή τον ιταλικό ενωτικό αγώνα, εκθέτει με σαφήνεια τις αντιλήψεις του για την επαναστατικά επιθυμητή διαμόρφωση του ευρωπαϊκού χάρτη. Κάθε μόνιμη ρύθμιση, λέει, πρέπει "ν' αποδίδει όλο και περισσότερο στα μεγάλα και βιώσιμα ευρωπαϊκά έθνη τα φυσικά τους σύνορα, ...ενώ συνάμα τα συντρίμμια λαών, που βρίσκονται εδώ κι εκεί και δεν είναι πια ικανά για μιαν εθνική ύπαρξη, θα παραμείνουν ενσωματωμένα στα μεγαλύτερα έθνη". Από τη γενική αυτή τοποθέτηση προκύπτει, πως όταν οι Marx και Engels προτείνουν στα 1853 τη νοτιοσλαβική λύση στα Βαλκάνια δεν το κάνουν επειδή αποδέχονται κι εφαρμόζουν την αρχή των εθνικοτήτων, παρά επειδή προάγουν τους Νοτιοσλάβους, και μάλιστα τους Σέρβους, στην κατηγορία των ιστορικών εθνών. Όπως ξέρουμε, όμως, η προαγωγή αυτή τελούσε αδιάκοπα υπό αίρεση και στο τέλος μάλλον ανακλήθηκε». Ο Π. Κονδύλης, σε μια πολύ ενδιαφέρουσα υποσημείωση (47, σελ. 35) αναφέρει την μετά τους Μ.-Ε. τύχη της θεμελιώδους αρχής τους για υποταγή της αρχής των εθνικοτήτων στην αρχή της Επανάστασης: «Η θεμελιώδης αυτή τοποθέτηση των Marx και Engels ήταν γνωστή και αδιαμφισβήτητη ακόμα και στην περίοδο της Δεύτερης Διεθνούς. Με βάση αυτήν επέκρινε η Rosa Luxemburg την υιοθέτηση του συνθήματος γι' αυτοδιάθεση των εθνικοτήτων από μέρους των μπολσεβίκων, επισημαίνοντας, όπως έκανε και ο Engels ήδη στα 1849, ότι το σύνθημα αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για την προσχώρηση της Φινλανδίας, της Ουκρανίας, της Πολωνίας, της Λιθουανίας κτλ. στο αντιμποσλεβικικό στρατόπεδο. Όπως όμως σημειώσαμε ήδη, η τέτοια αντιμετώπιση της αρχής των εθνικοτήτων προϋπέθετε ως αυτονόητο, ότι η σοσιαλιστική επανάσταση δεν θα μπορούσε παρά να είναι διεθνής και διεθνιστική˙ μόνο έτσι θα έλυνε αυτόματα το πρόβλημα των καταπιεζομένων εθνικοτήτων, οπότε και περίττευε η κάθε φορά χωριστή λύση του σε όλες ανεξαίρετα τις επιμέρους περιπτώσεις και δικαιολογούνταν η απόλυτη υπαγωγή του στις στρατηγικές ανάγκες της επανάστασης. Ακριβώς αυτός ο στενός δεσμός ανάμεσα στον χαρακτήρα της σοσιαλιστικής επανάστασης και στην θεωρητική και στρατηγική ιεράρχηση της αρχής των εθνικοτήτων εξηγεί το γιατί η δεύτερη ανατιμήθηκε ουσιαστικά στην σοσιαλιστική αντίληψη -και μάλιστα έφτασε να συνδεθεί άμεσα ή έμμεσα με την ίδια την πραγμάτωση του σοσιαλισμού, πράγμα αδιανόητο για τους Marx και Engels-, από τότε που εξασθένισε ή και λησμονήθηκε η κλασσική μαρξική αντίληψη για τον διεθνή και διεθνιστικό χαρακτήρα της σοσιαλιστικής επανάστασης». Με άλλα λόγια, η θέση των Μ.-Ε., ότι ο εθνικισμός πρέπει να υποτιμάται έναντι της Επανάστασης, πάντα πρέπει να γίνεται αντιληπτή και να κατανοείται στα κείμενά τους με την αυτονόητη θέση των Μ.-Ε. ότι η Επανάσταση θα ήταν πανευρωπαϊκή, διεθνής - όχι η Επανάσταση μόνο σε ένα έθνος, όπως έγινε στα 1917 στην Ρωσσία-ΕΣΣΔ. Από τη στιγμή που η Επανάσταση κατέστη δυνατή μόνο σε ένα έθνος, η αρχή των Μ.-Ε. δεν μπορούσε να εφαρμόζεται, ωστόσο τα κείμενά τους πρέπει να διαβάζονται με την υποσημείωση ότι η Επανάσταση θα ήταν διεθνής κι όχι μονοεθνική.

Είναι πάντως αντιφατικό ότι τόσο στα 1854 όσο και στα 1882 αναμενόταν η Επανάσταση, ωστόσο εξαιτίας της αναμονής αυτής διαφορετικές προσεγγίσεις των Βαλκάνιων λαών γίνονταν. Για τον Μ. (30-9-1854) η Επανάσταση είναι κοντά: «Αν ρίξουμε μια ματιά στην Ευρώπη, συναντάμε επαναστατικές ενδείξεις στην Ισπανία, στην Ιταλία, στην Δανία, στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, στην Ελλάδα, στην ασιατική Τουρκία…», και τότε οι Νοτιοσλάβοι ήταν καλοί.
Πράγματι ο Έ. στα 1882 (ό.π.) περίμενε τον ερχομό της Επανάστασης σε Γερμανία και Ρωσσία: «Στην Γερμανία έχουμε μια κατάσταση που τραβά όλο και πιο γρήγορα προς την επανάσταση και που σε λίγο θα φέρει το κόμμα μας στον προσκήνιο…Η κατάσταση της Ρωσσίας, όπου η έναρξη της επανάστασης δεν είναι παρά υπόθεση μηνών». «Πρόκειται για μιαν επαναστατική κατάσταση λαμπρή όσο ποτέ», κι έτσι η διατάραξή της χάριν της μη ουσιαστικής απελευθέρωσης των βαλκάνιων λαών θα ήταν τρομερό κακό. Γι’ αυτό κι ένας παγκόσμιος/ευρωπαϊκός πόλεμος χάριν των Βαλκάνιων λαών θα ήταν ό,τι χειρότερο για την Επανάσταση, αφού θα φούντωνε ο εθνικισμός (κι εδώ έχει δίκαιο ο Έ., αφού έτσι έγινε στα 1914) και ο διεθνισμός θα έσβηνε: «Αυτός ο πόλεμος θα τα σβήσει όλα, όσα έκαμαν οι άνθρωποί μας στον τσαρισμό θυσιάζοντας την ζωή τους…όλες οι θυσίες θα πήγαιναν χαμένες…Κι ακόμα και στην Γερμανία μπορείτε να είστε σίγουρος, ότι οι άνθρωποί μας ή θα ενώσουν τις φωνές τους με τα πατριωτικά ουρλιαχτά ή θα προκαλέσουν εναντίον τους μιαν έκρηξη οργής…». Γι’ αυτό και «χρειαζόμαστε επιτέλους μερικά ακόμα χρόνια ήσυχης εξέλιξης κι ενίσχυσης, έτσι ώστε δεν είναι δυνατό να επιθυμούμε μια μεγάλη πολιτική έκρηξη. Μια τέτοια θα έριχνε το κίνημά μας χρόνια ολόκληρα στο περιθώριο» γράφει ο Έ. (17-11-1885). Στα 1854 οι Νοτιοσλάβοι ήταν καλοί, στα 1882 όχι.

Ο Έ. (22/25-2-1882) γράφει ότι όσο επιζεί ο Τσαρισμός, οι Νοτιοσλάβοι θα βλέπουν τον Τσάρο ως απελευθερωτή («οι μικροί σλαβικοί λαοί βλέπουν τον τσάρο ως τον μόνο ελευθερωτή τους…ώσπου να καταρρεύσει ο τσαρισμός»). Σε περίπτωση πολέμου, βάσει του παραπάνω δεδομένου, τα «εθνίδια» αυτά «θα περάσουν από τη μεριά του τσαρισμού, του εχθρού ολόκληρης της αστικής-ανεπτυγμένης Δύσης». Δηλαδή του ύψιστου εχθρού. «Όσο είναι έτσι τα πράγματα, δεν μπορώ να ενδιαφέρομαι για την άμεση, τωρινή τους απελευθέρωση». Όπως φαίνεται ο Έ. προτιμά η απελευθέρωσή τους να μην έχει σχέση με τον τσάρο. Στα 1853-4 οι Νοτιοσλάβοι κατά τους Μ.-Ε. απελευθερωνόμενοι θα γίνονταν αντιρώσσοι. Στα 1882 δεν πρέπει να απελευθερωθούν με τη βοήθεια των Ρώσσων, γιατί απελευθερωνόμενοι (με τέτοιον τρόπο) δεν θα γίνουν αντιρώσσοι/αντιτσαρικοί αλλά, αντίθετα, όργανα των Ρώσσων. Και μάλιστα όχι όργανα, αλλά δούλοι τους: «Μόλις οι Ρώσσοι πατήσουν στην Κωνσταντινούπολη, τότε αντίο βουλγαρική και σερβική ελευθερία κι ανεξαρτησία» (22/25-2-1882).

Αν ύψιστος σκοπός είναι η Επανάσταση, η οποία θα επιλύσει μεταξύ άλλων και το εθνικό ζήτημα, τότε το παιχνίδι κρίνεται όχι μόνο στην Ανατολή όπου ο τσαρισμός δεν πρέπει να υπερισχύσει αλλά και στην Δύση, όπου το προλεταριάτο της πρέπει να υπερισχύσει. Φαίνεται ότι, για τον Έ., το δεύτερο δεν γίνεται να επιτευχθεί αν συμβεί το πρώτο ειδικά με την έμμεση βοήθεια των Νοτιοσλάβων που θα απελευθερωθούν χάρη στους Ρώσσους: «Πρέπει να συνεργαστούμε στην απελευθέρωση του δυτικοευρωπαϊκού προλεταριάτου και σ’ αυτόν τον σκοπό να υποτάξουμε κάθε τι άλλο…Να μου λείπουν [οι Νοτιοσλάβοι] αν η απελευθερωτική τους ορμή συγκρούεται με το συμφέρον του προλεταριάτου» (22/25-2-1882). Επίσης Ο Έ. (9-10-1886): «Για τους Βουλγάρους, όπως και για μας, θα ήταν απείρως καλύτερα αν είχαν παραμείνει σε τουρκικά χέρια ώσπου να γίνει η ευρωπαϊκή επανάσταση». Ο Έ., όπως και στην περίπτωση των Τούρκων και των Ελλήνων, δεν γίνεται εδώ αντισλάβος εξαιτίας εθνικών συμπαθειών –άλλο αν, προκειμένου να πείσει για την άποψή του χρησιμοποιεί ηθικιστικά επιχειρήματα που τον κάνουν να φαίνεται (όχι λίγο) ότι έχει εθνικές συμπάθειες/προκαταλήψεις (κι έτσι καταντά σχεδόν γραφικός όπως οι ρομαντικοί φιλέλληνες/φιλότουρκοι/φιλοσλάβοι αντίπαλοί του)– κι αυτό φαίνεται με το ότι λέει και για τους μη σλάβους Αλσατούς τα ίδια: «Αν στις παραμονές μιας επανάστασης, που θα την έβλεπες να πλησιάζει, πήγαιναν να προκαλέσουν πόλεμο ανάμεσα στην Γαλλία και στην Γερμανία, να φανατίσουν και πάλι αυτούς τους δυο λαούς κι έτσι ν’ αναβάλουν την επανάσταση, τότε εγώ θα τους πω: Σταματήστε εκεί που βρίσκεστε!» (22/25-2-1882).

Τελικά ο Έ. για την επαναστατική πολιτική προς τους Νοτιοσλάβους προτείνει τα εξής: από τη μια λέει να τους υποστηρίξουν οι επαναστάτες «αν και για όσον καιρό πάνε ενάντια στη Ρωσσία, γιατί τότε πάνε με το ευρωπαϊκό επαναστατικό πνεύμα», όσο κι αν οι Μ.-Ε. παλιά θεωρούσαν ότι οι Νοτιοσλάβοι ανεξαρτητοποιούμενοι, έτσι κι αλλιώς πάνε ενάντια στη Ρωσσία. Από την άλλη ο Έ. λέει να μην συμπράξουν (όχι να εναντιωθούν όμως…) «Αν πάνε εναντίον των Τούρκων, δηλαδή αν απαιτούν άμεσα την προσάρτηση των λίγων Σέρβων και Βουλγάρων που βρίσκονται ακόμα κάτω από τουρκική κατοχή». Όμως ο αντικειμενικός σκοπός των Νοτιοσλάβων ήταν να πάνε ενάντια στην Τουρκία. Πώς θα πήγαιναν ενάντια σε αυτή αν όχι με την βοήθεια της Ρωσσίας;
Τα ηθικιστικά επιχειρήματα αντικατοπτρίζονται και στους χαρακτηρισμούς για τους βαλκάνιους λαούς: «ενδιαφέροντα εθνίδια», «οι κατά φύσιν λαΐσκοι», «κλέφτες», «ληστές», «ανθρωπάκια», «τσιράκια του τσαρισμού», «ζωοκλέφτες», «γουρουνολαός», «200 ευγενείς ληστολαοί» (22/25-2-1882). Επίσης ο Έ. (17-11-1885) «άθλια συντρίμμια πρώην λαών», «ληστοσυρφετός», «νανοφυλές» ή (Έ. 17-8-1889) «προβατοκλέφτες». Αν η επίκριση των ρομαντικών φιλελεύθερων ήταν πολιτικά ορθή από τη σκοπιά του επαναστατικού αντιτσαρισμού, οι Μ.-Ε. πηγαίνουν στην άλλη άκρη – και γίνονται ασυνεπείς χρησιμοποιώντας αυτό που επικρίνουν. Δεν μπορώ να κρίνω αν όλα αυτά συνεπάγονται δυτικοκεντρικό ρατσισμό παρόμοιο με τον ναζιστικό ή τον κλασικό αποικιοκρατικό ή απλώς είναι συμπλήρωμα της πολιτικής, δηλαδή χρήση ηθικιστικών/ρατσιστικών επιχειρημάτων για επίτευξη περισσότερης πειθούς, γιατί δεν ξέρω αν οι Μ.-Ε. γενικά κάνουν αναφορά στο πώς θα πρέπει κανείς να βλέπει τις εθνότητες. Οπωσδήποτε η ορολογία αυτή δεν διαφέρει πολύ από την ναζιστική, ωστόσο οι Μ.-Ε. δεν κρίνουν τα έθνη ανάλογα με τις "φυσικές" τους εθνικές ιδιότητες ή ανάλογα με το DNA τους ούτε ανάλογα με τις δικές τους (των Μ.-Ε.) εθνικές συμπάθειες, αλλά ανάλογα με το πόσο βοηθούν τα έθνη την Επανάσταση. Συνεπώς παρά την ομοιότητα, υπάρχουν διαφορετικές προϋποθέσεις για τους Μ.-Ε. από τις κλασσικές αποικιοκρατικές και τις ναζιστικές.

Ρωσσία
Ρωσσία, 1821 και βαλκανικά κινήματα

Η Ρωσσία κάνοντας τον πόλεμο του 1806 έδωσε την ανεξαρτησία στην Σερβία (Έ. 1853)

«Εκατοντάδες Ρώσσοι πράκτορες περιέρχονταν την Τουρκία παρουσιάζοντας στους Ελληνορθόδοξους τον ορθόδοξο αυτοκράτορα ως την κεφαλή, τον φυσικό προστάτη και τον τελικό απελευθερωτή της καταπιεσμένης Ανατολικής Εκκλησίας…Ο κλήρος της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας πολύ γρήγορα οργανώθηκε σε μια μεγάλη συνομωσία με σκοπό την διάδοση αυτών των ιδεών. Η σερβική εξέγερση του 1804 κι ο ελληνικός ξεσηκωμός του 1821 υποκινήθηκαν λίγο- πολύ άμεσα από ρωσσικό χρυσάφι και ρωσσική επιρροή» (Έ. 19-4-1853). Εδώ βλέπουμε το παράδοξο ότι ενάντια στις απόψεις των ελλήνων Αριστερών ότι η Ανατολική Εκκλησία έπαιξε προδοτικό ρόλο στα 1821, για τον Έ. ήταν σύμφωνη με την Ελληνική Επανάσταση, δηλαδή έπαιξε θετικό ρόλο στην προώθησή της. Αντίθετα, σήμερα οι Αριστεροί και οι αντιεκκλησιαστικοί της Ελλάδας υποστηρίζουν ότι η ΧΟ καταπολέμησε το 1821 για διάφορους λόγους (ανθελληνισμός, φιλοτουρκισμός, υποστήριξη της οικουμενικής πολυεθνικότητας κοκ).
Ο Μ. στα 1860 αναφέρεται στην Φιλική Εταιρεία: «Ο σύνδεσμος της Φιλικής Εταιρείας. Απελευθέρωση των Ελλήνων με κοινή δράση του σλαβικού και ελληνικού πληθυσμού. Η Ρωσσία έχει μέσα το χεράκι της…αρκετά κρυμμένη για ν’ αποκηρύξει σε περίπτωση αποτυχίας κι αρκετά στρατευμένη για να κερδίσει από την επιτυχία». Ακόμη κι όταν ο Τσάρος καταδίκασε τον Υψηλάντη για τον Μ. «αυτή η ψεύτικη μεταστροφή δεν ξεγέλασε κανέναν», ωστόσο αλλού λέει ότι οι Ρώσσοι άφηναν τους Έλληνες στη μοίρα τους όταν αποτύγχαναν οι τελευταίοι, όχι ότι παρίσταναν ότι τους άφηναν στην μοίρα τους.
«Η Ρωσσία υποκίνησε τη Σερβία να επαναστατήσει, έκαμε την Ελλάδα ανεξάρτητη, έκαμε αυτόβουλα την Μολδαβία και την Βλαχία προτεκτοράτα της» (Έ., 19-4-1853).
(Έ., 21-4-1853): «Όταν στα 1804 ξέσπασε η σερβική επανάσταση, η Ρωσσία πήρε αμέσως κάτω από την προστασία της τους εξεγερμένους ραγιάδες και, αφού τους υποστήριξε σε δύο πολέμους, τους εξασφάλισε με δύο συνθήκες την εσωτερική αυτονομία της χώρας τους».
Αντίθετα από ό,τι υποστηρίζουν οι Έλληνες αριστεροί αντιεθνικιστές, για τον Έ. (21-4-1853) δεν ήταν το Ναβαρίνο αυτό που έκρινε την επανάσταση του 1821: «Ποιος έκρινε τον αγώνα, όταν εξεγέρθηκαν οι Έλληνες; ….όχι βέβαια η ναυμαχία του Ναβαρίνου…παρά ο Ντήμπιτς, που προέλασε με τον ρωσσικό στρατό ίσαμε την κοιλάδα της Μαρίτσας, περνώντας τον Αίμο». Ο Μ. (29-10-1853) παραθέτει την άποψη του λόρδου Palmerston ότι η ναυμαχία στο Ναβαρίνο «έγινε εναντίον μιας Δύναμης, με την οποία δεν βρισκόμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση» κι ότι ήταν «ατυχές συμβάν». Ο Μ. αναφέρει πώς η Αγγλία, παρασυρόμενη από την τσαρική νίκη, δέχτηκε να παραβιαστεί το στάτους κβο στα 1829: «Προτού υπογραφεί η συνθήκη της Αδριανούπολης [μεταξύ Ρωσσίας-Τουρκίας, έπειτα από τη νίκη της πρώτης], αυτός, ο λόρδος Aberdeen, και ο δούκας του Wellington, ακολουθώντας στο σημείο τούτο την πολιτική του Canning, δεν είχαν ποτέ αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο να κάνουν την Ελλάδα ανεξάρτητο βασίλειο, παρά μονάχα υποτελές κράτος υπό την επικυριαρχία της Πύλης, κάτι παρόμοιο με την Μολδαβία και την Βλαχία. Μετά την υπογραφή της συνθήκης της Αδριανούπολης η κατάσταση της τουρκικής αυτοκρατορίας τους φάνηκε τόσο ετοιμόρροπη κι η ύπαρξή της τόσο αβέβαιη, ώστε πρότειναν την μετατροπή της Ελλάδας από υποτελές σε ανεξάρτητο βασίλειο». Εννοείται ότι η παράθεση είναι επικριτική για την Αγγλία.

Ο Μ. (29-10-1853) αναφέρει ορθά ότι «Παραδοσιακή πολιτική της Ρωσσίας ήταν να εξωθεί τους Έλληνες στην εξέγερση και στη συνέχεια να τους εγκαταλείπει στην εκδίκηση του σουλτάνου». Τα ίδια λέει ο Έ. 37 χρόνια μετά (1889-90): «Φυσικά η ρωσσική κυβέρνηση άφησε τελικά τους εξεγερμένους στα κρύα του λουτρού». Επίσης ο Μ. (27-2-1854) αναφέρει την τακτική της Ρ. με τον σουλτάνο και τους υποτελείς λαούς του: «να προσφέρει αρχικά προστασία στον σουλτάνο απέναντι στους υπηκόους του με την πρόθεση να προστατέψει κατόπιν τους υπηκόους απέναντι στον σουλτάνο, αν η βοήθειά της δεν γίνει δεκτή». Έτσι η πολιτική της Ρ. είναι: εξώθηση σε εξέγερση-αποκήρυξη εξέγερσης-προσφορά βοήθειας στο σουλτάνο-απόρριψή της και προσφορά βοήθειας στους εξεγερμένους.
Το περίεργο εδώ είναι ότι οι Μ-Ε. αναγνωρίζουν δόλο στις προσπάθειες αυτές της Ρ., της προσάπτουν ότι δηλαδή δεν ενδιαφέρεται για την λευτεριά των βαλκανικών λαών, γιατί στην κρίσιμη στιγμή τα αφήνουν ανυπεράσπιστα, ωστόσο μια τέτοια απόπειρα εκ μέρους της Ρ. (ανεξαρτησία Σερβίας, Ελλάδας κοκ) εμπεριέχει υψηλό ρίσκο, δυσανάλογο με τους ιδιοτελείς σκοπούς. Αν μόλις οι Σλάβοι ανεξαρτητοποιούνται (βλ. κεφ. Σλάβοι) γίνονται αντιρωσσικοί, τότε ποιο το όφελος της Ρωσσίας; Μήπως συνεχίζει την ίδια πολιτική επειδή δεν της απομένει άλλη πρόφαση; Ο Μ. (10-9-1860) αναφέρει κι έναν άλλο λόγο για τις επεμβάσεις της Ρωσσίας στα Βαλκάνια, την «εξαγωγή εσωτερικής κρίσης»: «Η ανικανότητα της ρωσσικής κυβέρνησης να λύσει το πρόβλημα της δουλοπαροικίας, το πρόβλημα το χρηματικό και το πρόβλημα το πολωνικό, που τώρα αναζωπυρώνεται και πάλι, φαίνεται ότι την ωθεί να δοκιμάσει τον πόλεμο ως έσχατο μέσο προς βαυκαλισμό του έθνους. Γι’ αυτό και τα παράπονα, τα οποία εγείρονται σ’ όλες τις περιοχές του κράτους και σ’ όλα τα στρώματα της ρωσσικής κοινωνίας, καταπνίγονται, με οδηγίες της κυβέρνησης, στην φανατική κραυγή για εκδίκηση προς χάρη των δύστυχων καταπιεσμένων Χριστιανών της Τουρκίας». Άλλωστε, κατά Μ.-Ε. οι Χριστιανοί δεν είναι τόσο δύστυχοι όσο ο Τσάρος τους παρουσιάζει.
Σχετικά με το παραπάνω ο Έ. υποστηρίζει (26-10-1886) ότι ο φόβος της επανάστασης ωθεί τον τσάρο σε όλο και πιο επεκτατική πολιτική (με φιλοχριστιανική πρόφαση) κι έτσι αυξάνεται η πιθανότητα ενός ευρωπαϊκού πολέμου. Βέβαια, η επεκτατική πολιτική δεν φαίνεται να αποδίδεται μόνον στον φόβο της επανάστασης, απλώς ενισχύεται από αυτόν.
Ρωσσική πολιτική-επιδιώξεις

Ο Έ (9-3-1853) κοροϊδεύει την εξιδανίκευση της Τουρκίας από Άγγλους και παραθέτει ειρωνικά τις απόψεις των φιλότουρκων Άγγλων: «Ενάντια σε τούτη την ευδαίμονα χώρα μηχανορραφεί τώρα ο τσάρος διαμέσου των ελληνορθόδοξων παπάδων, ενώ η Αγγλία πάντα παρασύρθηκε από τούτον. Η Αγγλία πρέπει να υποστηρίξει την Τουρκία κτλ. κτλ. – κοινοτοπίες εξίσου παλιές όσο και ρηχές». Ωστόσο ακριβώς αυτά που διακωμωδεί, υποστηρίζει αλλού, όταν θέλει να υποστηρίξει το στάτους κβο της Τουρκίας: ότι η Αγγλία παρασύρεται από τον Τσάρο, ότι οι επαναστάσεις των βαλκάνιων λαών οφείλονται στη Ρωσσία, κοκ. Ο γνωστός τακτικισμός.
«Η Ρωσσία είναι πέρα από κάθε αμφιβολία κατακτητικό έθνος» (Έ. 12-4-1853). Το ίδιο λέει κι ο Μ. (14-6-1853) παραθέτοντας κατάλογο που δείχνει την αύξηση της τσαρικής επικράτειας σε έναν αιώνα. Τα ίδια ο ίδιος (9-3-1854): «Η Ρωσσία αναγνωρίζει ένα και μόνο σκοπό, κι αυτός είναι η διεύρυνση της πολιτικής της ισχύος με πόλεμο». Όμως, ο Μ. αντιτίθεται στην αντικατάσταση του πολέμου από το εμπόριο (άρθρο 2-9-1853). Ηθικισμός κι εδώ, αφού οι Μ.-Ε. γνωρίζουν πολύ καλά ότι και οι Δυτικές Δυνάμεις είναι όχι απλώς κατακτητικά αλλά ιμπεριαλιστικά έθνη.
Η Ρωσσία έχει ως τρομερό ανταγωνιστή «την ευρωπαϊκή Επανάσταση, την εκρηκτική δύναμη των δημοκρατικών ιδεών και την φυσική δίψα του ανθρώπου για ελευθερία». Δεν υπάρχουν παρά μόνο δυο δυνάμεις στην Ευρώπη: «η Ρωσσία με την απολυταρχία κι η Επανάσταση με την δημοκρατία» λέει ο Έ. (12-4-1853). Επέκταση της Ρωσσίας συνεπάγεται θανάσιμο κίνδυνο για την εξέλιξη της Επανάστασης: «Αν η Ρωσσία κατακτήσει την Τουρκία, τότε θ’ αυξήσει την δύναμή της σχεδόν κατά το ήμισυ και θα γίνει υπέρτερη από όλη μαζί την υπόλοιπη Ευρώπη. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ανείπωτη συμφορά για την υπόθεση της Επανάστασης». Κι ο Μ. (12-8-1853) θεωρεί η Ρωσσία θα αντιμετωπίσει τον πραγματικό της αντίπαλο, την Επανάσταση. Ο Μ. (30-12-1853) λέει ότι «Αν έρθει μια κοινωνία πιο αξιοπρεπής και ίση…οι λαοί της Δύσης θα κερδίσουν ξανά ισχύ κι ενιαίο σκοπό, ενώ ο ρωσσικός κολοσσός θα γκρεμιστεί από την πρόοδο των μαζών και την εκρηκτική δύναμη των μαζών». Οι Μ-Ε. ιεραρχούν, καθώς φαίνεται, τα κακά και πρώτο βάζουν την τσαρική Ρωσσία. Και πάλι, ξεκινούν από τις πολιτικές τους θέσεις και στρατηγικές ώστε να καταλήξουν στην περιγραφή: επειδή η Ρωσσία θέτει σε κίνδυνο την Επανάσταση, η Ρωσσία είναι «κατακτητικό έθνος», λες και η Αγγλία ή η Γαλλία δεν είναι παγκόσμιοι κατακτητές: Προφανώς οι κατακτήσεις της Αγγλίας οδηγούν στην είσοδο των κατακτημένων στον δυτικό, ανώτερο πολιτισμό οπότε στην πιθανότητα να επαναστατήσουν κάποτε, ενώ οι κατακτήσεις της Ρωσσίας δεν έχουν αυτό το προοδευτικό στοιχείο. Μπορεί κανείς σήμερα, που βλέπει σε τι χάλια κατάντησαν τον κόσμο οι Αγγλοσάξωνες, να αμφιβάλλει για την οξύνοια των Μ-Ε όσον αφορά στην προοδευτικότητα της κατάκτησης του κόσμου από τους Αγγλοσάξωνες, ωστόσο δεν θα πρέπει (έτσι φαίνεται) να τους θεωρεί αντιρώσσους λόγω εθνικής, ασυνείδητης αντιπάθειας ή λόγω συμπάθειας προς τους Άγγλους ή ότι ήταν πράκτορές τους, αλλά λόγω αφελούς πίστης στην προοδευτικότητα των Δ/Ευρωπαίων κατακτητών του κόσμου.
Τα σχέδια της Ρωσσίας κατά της Ευρώπης, αν πάρει την Πόλη και τα Βαλκάνια (Έ, 12-4-1853): θα καταστήσει φόρου υποτελή την Αυστρία, θα προσαρτήσει την Ουγγαρία, την Πρωσία και την Γαλικία φτιάχοντας μια τεράστια σλαβική αυτοκρατορία. Τα σχέδια της Ρωσσίας (Μ-Ε 2/1850): Κωνσταντινούπολη, Γερμανία, Παρίσι. Ο Μ. (12-8-1853) θεωρεί ότι «Το πιο χτυπητό γνώρισμα της ρωσσικής πολιτικής είναι η ταυτότητα όχι μόνο των αντικειμενικών της σκοπών, αλλά και των μέσων για την επίτευξή τους», από τον 10ο αιώνα ήδη: «η ενότητα των αντικειμενικών σκοπών της ρωσσικής πολιτικής είναι δεδομένη από το ιστορικό της παρελθόν, από τις γεωγραφικές της προϋποθέσεις κι απ’ την ανάγκη της ν’ αποκτήσει ανοιχτά λιμάνια στο Αρχιπέλαγος και στην Βαλτική Θάλασσα, αν θέλει να διατηρήσει την υπεροχή της στην Ευρώπη». Αναφέρει επίσης (ό.π.) την διαχρονικότητα τέτοιων σκοπών ήδη από τον 10ο αι., όταν οι Ρ. ήθελαν την κατάκτηση της βυζαντινής Κωνσταντινούπολης.
Οι Μ-Ε. δίνουν την εντύπωση είτε ότι πραγματικά φοβούνται τόσο πολύ την Ρ., πως μπορεί να κάνει μια χαψιά ολόκληρη την Ευρώπη αφότου κατακτήσει την Πόλη είτε ότι προσπαθούν να φοβίσουν τους Δ/Ευρωπαίους βασιζόμενοι στον έμφυτο-λαϊκό αντιρωσσισμό/αντισλαβισμό/αντιορθοδοξισμό τους.
«Η Ρωσσία είναι ημιασιατκή ως προς τις συνθήκες, τα ήθη, τις παραδόσεις και τους θεσμούς της» (Έ., 19-4-1853). «Ο βάρβαρος από τις παγωμένες όχθες του Νέβα» λέει ο Μ. (12-11-1853) – κάτι σαν το «Ούννοι» των Άγγλων για τους Γερμανούς κατά τον Α’ Π.Π. Ο. Μ. επίσης (12-1-1856) γράφει: «ήταν τότε [στα 1831-2] η Ρωσσία λιγότερο βάρβαρη από όσο μας την ζωγραφίζουν τώρα; Ήταν τότε λιγότερος ο απεχθής εκείνος δεσποτισμός;»
Η Ρωσσία κατάφερε να υποχρεώσει ακόμη και την Τουρκία να ζητήσει από την πρώτη προστασία (Έ., 19-4-1853).
Η Ρωσσία κερδίζει έδαφος όσο επικρατεί η αντεπανάσταση: «Κάθε μεσοβασιλεία της αντεπανάστασης στην Ευρώπη τής δίνει το δικαίωμα να εκμαιεύει υποχωρήσεις από την οθωμανική αυτοκρατορία» (Μ. 9-6-1853).
«Η Ρωσσία δεν θέλει να διαμοιράσει την [Οθωμανική] αυτοκρατορία παρά να την κρατήσει ολόκληρη» λέει ο Μ. (12-11-1853). Από την άλλη ο Μ. (11-4-1854) αναφέρει τους στόχους της Ρωσσίας: ο Τσάρος σύμφωνα με τον Μ. έλεγε «Δεν θα επιτρέψω ποτέ κάποια προσπάθεια αναβίωσης της βυζαντινής αυτοκρατορίας ή μια τέτοια επέκταση της Ελλάδας, που θα την έκανε ισχυρό κράτος». Επίσης βάσει των τσαρικών σχεδίων η Αίγυπτος κι η Κρήτη θα δίνονταν στην Αγγλία, η Σερβία κι η Βουλγαρία στην Ρωσσία, η Βοσνία στην Αυστρία, η Ελλάδα θα έπαιρνε λίγα εδάφη στη Θεσσαλία-Ήπειρο, ενώ τα υπόλοιπα μέρη (Μακεδονία, Θράκη, υπόλοιπα εδάφη ευρωπαϊκής Τουρκίας) και η Κων/πολη θα καταλαμβάνονταν προσωρινά από τον τσάρο και, σύμφωνα με τον Μαρξ, «θα γίνει πρωτεύουσα…της μικρής αυτής αυτοκρατορίας, που ίσως διευρυνθεί με κάμποσες περιοχές της Ανατολίας». Τα όσα λέει βέβαια ο Μ. είναι ορθά στο σημείο αυτό. Η Ρωσσία δεν ήταν φιλελληνική. Ωστόσο, η εναντίωσή της στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν στάση η οποία βοηθούσε την Ελλάδα, ως αντίβαρο, για να μπορεί ευκολότερα να επεκτείνεται προς το βορά, ήταν –αθέλητα– φιλελληνική, στο βαθμό, βέβαια, στον οποίον τα σχέδια του Τσάρου δεν εκπληρώνονταν.
Ωστόσο ο Μ. (9-6-1853) πιστεύει ότι η Ρωσσία «είναι ασυνείδητος κι ακούσιος δούλος της σύγχρονης ειμαρμένης – της Επανάστασης». Τα ίδια προφανώς πίστευε και για την Αγγλία. Από την άλλη ο Τσάρος, αν και αντιδραστικός, «έδωσε ζωή κι ελπίδα στο επαναστατικό πνεύμα της Ευρώπης· διαβάζουμε για συνωμοσίες στην Αυστρία, συνωμοσίες στην Ιταλία και συνωμοσίες στην Γαλλία» λέει ο Μ. (16-8-1853). Η Μοίρα ωστόσο είναι αναπόδραστη για την Ρωσσία: «Η ρωσσική πολιτική..θα αποδειχθεί ολότελα αδύναμη απέναντι στους επαναστατημένους λαούς» λέει ο Μ. (12-8-1853). Τα ίδια λέει ο Μ. (30-12-1853) «Δεν υπάρχει λόγος να φοβόμαστε την κατάκτηση της Ευρώπης από τους Κοζάκους».

Χαρακτήρας Τούρκων και τουρκικής κυριαρχίας

Ο Έ. αναφέρεται στην φανταστική-πραγματική υπεροχή των Τούρκων έναντι των Χριστιανών: την «φανταστική υπεροχή και την πραγματική ατιμωρησία για υπερβάσεις που του δίνονται από τα προνόμια του Ισλάμ απέναντι στους Τούρκους». «Μόνο αυτός έχει δικαίωμα να οπλοφορεί, ενώ κι ο πιο σπουδαίος Χριστιανός πρέπει να παραμερίζει όταν περνά μπροστά του ακόμα κι ο τελευταίος Μουσουλμάνος» (7-4-1853).
Σύμφωνα με τον Έ. (12/1855) «Το έμφυτο μίσος του Τούρκου εναντίον του "γκιαούρη" είναι τόσο άσβεστο κι οι συνθήκες κι αντιληψεις του τόσο διαφορετικές από τις ευρωπαϊκές, ώστε όσο παραμένει η κυρίαρχη φυλή της χώρας του ποτέ δεν θα υποταχθεί σε ανθρώπους που μέσα του τους περιφρονεί, γιατί τους θεωρεί άπειρα κατώτερους. …Ο απλός Τούρκος μισεί τους θεσμούς των γκιαούρηδων εξίσου όσο και τους ίδιους τους γκιαούρηδες».
Ο Έ. (25-1-1856) σωστά συσχετίζει την μοιρολατρία με το πνεύμα αντίστασης των Τούρκων: «Η ίδια μοιρολατρία…γεννά μέσα στις μάζες αυτή την πεισματική αντίσταση», η οποία επικράτησε και στα 1922 εις βάρος μας. Στο ίδιο άρθρο αλλά και στις 25-6-1877 ο Έ. διαχωρίζει την διεφθαρμένη ανώτερη τουρκική τάξη από τον αγνό τούρκο αγρότη που είναι υπόδειγμα κ.λπ. κ.λπ. Κι ο Μ. (4-2-1878) γράφει: «μελετήσαμε τον Τούρκο αγρότη – δηλ. την τουρκική λαϊκή μάζα – και τον γνωρίσαμε το δίχως άλλο ως έναν από τους αξιότερους και ηθικότερους εκπροσώπους της αγροτιάς στην Ευρώπη».
Ο Έ. (9-3-1853) στον Μ. απορρίπτει την «ρομαντική» τουρκοφιλία, την εξιδανίκευση από ορισμένους Άγγλους του πολιτεύματος της Τουρκίας και κοροϊδεύει την αντίδρασή τους στις απόψεις για βαρβαρότητα και ωμότητα των Τούρκων. Το άρθρο αυτό αποτελεί σήμερα μια απάντηση στην άποψη ότι ο (υπαρκτός) φιλοτουρκισμός των Μ.-Ε. οφειλόταν σε εθνικές συμπάθειες ή και σε έμφυτο/ασυνείδητο ανθελληνισμό. Συνεπώς ο φιλοτουρκισμός τους οφείλεται κυρίως στο ότι κατ’ αυτούς η Τουρκία ήταν το ανάχωμα στην κάθοδο της αντεπαναστατικής Ρωσσίας στην Πόλη και την Μεσόγειο, γεγονός που θα οδηγούσε στην αναβολή της Επανάστασης. Βέβαια, μπορεί να προσάψει τακτικισμό κανείς στους Μ.-Ε., γιατί από τη μια σωστά αρνούνται την ρομαντική εξιδανίκευση εθνών (Τούρκων, βαλκάνιων κοκ), από την άλλη όμως δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό στο να αλλάζουν την εικόνα των διάφορων λαών, όταν το υπαγόρευε η πολιτική τους στρατηγική για την Επανάσταση.
Ο Έ. (19-4-1853) κατακρίνει τον «ρομαντικό» φιλοτουρκισμό Αγγλικών εφημερίδων. Όταν φοβάται ότι ο ρομαντικός (χριστιανικός) αντιτουρκισμός ορισμένων Άγγλων ενθαρρύνει την Ρωσσία να εισβάλει στην Τουρκία, γράφει στον Μ. (25-8-1876) ότι ορισμένες αγγλικές εφημερίδες «με τα ξεφωνητά τους για τουρκικές αγριότητες πρόσφεραν στους Ρώσσους μιαν ανεκτίμητη υπηρεσία και τους προετοίμασαν λαμπρά την επόμενη εκστρατεία».
Ο Έ. (7-4-1853) τονίζει ότι «Η παρουσία των Τούρκων στην Ευρώπη αποτελεί πραγματικό εμπόδιο στην ανάπτυξη των δυνατοτήτων της θρακοϊλλυρικής χερσονήσου», ότι κάποτε «θα παραστεί απόλυτη ανάγκη ν’ απελευθερωθεί ένα από τα ωραιότερα μέρη της ηπείρου από την κυριαρχία ενός όχλου [ =του τουρκικού της Κωνσταντινούπολης] σε σύγκριση με τον οποίον ο όχλος της αυτοκρατορικης Ρώμης ήταν σύναξη σοφών και ηρώων». Επίσης ο Έ. (13-1-1849) παρομοιάζει την ήττα των Τούρκων στην πολιορκία της Βιέννης επανάληψη των νικών των Δυτικών κατά των Αράβων τον 8ο αι., όταν «απειλούνταν και πάλι ολάκερη η ευρωπαϊκή εξέλιξη». Δεν μπορεί κανείς να προσάψει κανείς, λοιπόν, ρομαντικό φιλοτουρκισμό.
Ο Έ. (19-4-1853) θεωρεί ότι η ορθή θέση κάποιων Άγγλων όσον αφορά την αδυναμία διατήρησης της Τουρκίας δεν εξυπηρετεί άλλο σκοπό από «το να προετοιμάσουν το βρεταννικό κοινό και τον κόσμο για την στιγμή όπου θα γίνει τετελεσμένο γεγονός …η κατάκτηση του Βοσπόρου».
Ο Έ. (21-4-1853) αναφέρε ότι «Οι Σλάβοι της Τουρκίας υποφέρουν ιδιαίτερα από την υποδούλωσή τους σε μια μωαμεθανική στρατιωτική τάξη, που κατέχει την χώρα και πρέπει αν συντηρηθεί από τους ίδιους». Αυτό το λέει όταν οι Μ-Ε. είναι υπέρ της αλλαγής του στάτους κβο. Όταν όμως είναι ενάντιοι στην διατάραξη του στάτους κβο, ο Έ. στα 1889-1890 αναφέρει ότι (αφού διαχωρίσει τους ΧΟ των Βαλκανίων σε Έλληνες εμπόρους και Σλάβους αγρότες) «Ο Χριστιανός αγρότης [= δηλ. οι Νοτιοσλάβοι] κάτω από την τουρκική κυριαρχία ζούσε από υλική άποψη, καλύτερα από αλλού…όσο πλήρωνε τους φόρους του, ο Τούρκος κατά κανόνα δεν γνοιαζόταν γι’ αυτόν· σπάνια μόνον ήταν εκτεθειμένος σε βιαιοπραγίες σαν κι αυτές που ήταν αναγκασμένος να υπομένει ο δυτικοευρωπαίος αγρότης από τους ευγενείς», δηλαδή ότι οι Νοτιοσλάβοι δεν «υποφέρουν και τόσο πολύ». Ο Μ. επίσης (14-7-1853) θεωρεί ότι ο σουλτάνος είχε παραχωρήσει στον πατριάρχη Κων/πολης «στα θρησκευτικά πράγματα ακόμα πιο πολλά απ’ όσα είχε ζητήσει ο ίδιος ο τσάρος». Κι εδώ έχουμε την αλλαγή της εικόνας για την καταπίεση στην Τουρκική Αυτοκρατορία ανάλογα με το αν συμφέρει την Επανάσταση η διάλυσή της. Όταν συμφέρει, τότε οι Χριστιανοί υποφέρουν, όταν δεν συμφέρει, τότε δεν υποφέρουν πολύ. Εννοείται ότι τέτοιες παραδοχές, της αλλαγής της περιγραφής της κατάστασης στα Βαλκάνια όσο και των λόγων της αλλαγής αυτής, είναι ανύπαρκτες από τους Μ-Ε.Ο Μ. (29-10-1853) θεωρεί «συνθήματα της Ρωσσίας» όσα αυτή διαδίδει «γύρω από την τουρκική βαρβαρότητα, τον ελληνικό πολιτισμό, την θρησκευτική ελευθερία, την Χριστιανοσύνη».
Όταν η Ρωσσία ανοιχτά επιτέθηκε στα 1877 στην Τουρκία, ο Έ. (25-6-1877) στη βάση της υπεράσπισης του στάτους κβο εξιδανικεύει την Τουρκία: «Ας είχαμε κι εμείς στην Γερμανία ένα κοινοβούλιο σαν κι εκείνο στην Κωνσταντινούπολη!».
Ο Μ. (13-3-1854), προκειμένου να μην συσπειρωθούν οι ΧΟ Βαλκάνιοι με τους Ρώσσους εξαιτίας των επεμβάσεων της αλλόδοξης Αγγλίας στην Οθ. Αυτοκρατορία, υποστηρίζει ότι οι Ορθόδοξοι των Βαλκανίων δεν έχουν πρόβλημα με τους Μουσουλμάνους, κι ότι ο αντιδυτικισμός είναι ισχυρότερος της έχθρας προς το Ισλάμ: «Δεν υπάρχει έντονη θρησκευτική διαμάχη ανάμεσα στους Μουσουλμάνους και στους Έλληνες υπηκόους τους… Από την άποψη αυτή τα πράγματα δεν άλλαξαν από τότε που ο Μωάμεθ Β’ πολιορκούσε την Κωνσταντινούπολη κι ο Λουκάς Νοταράς, ο Έλληνας ναύαρχος και το πιο σημαντικό πρόσωπο της βυζαντινής αυτοκρατορίας, δήλωνε ότι θα προτιμούσε να δει το τουρκικό τουρμπάνι να βασιλεύει στην Κωνσταντινούπολη παρά την λατινική τιάρα».
Ο Μ. (29-3-1854) θεωρεί αντιφατική την θέση των Μ. Δυνάμεων ότι επιδιώκουν την εξίσωση των Χριστιανών με τους Μουσουλμάνους σε μια θεοκρατική-ισλαμική Οθωμανική Αυτοκρατορία δίχως την διάλυσή της. Για να γίνει ίσος ο ραγιάς με τον Μουσουλμάνο «θάπρεπε ν’ αντικατασταθεί το Κοράνι από ένα καινούργιο αστικό κώδικα, μ’ άλλα λόγια να συντριβεί η δομή της τουρκικής κοινωνίας και πάνω στα ερείπιά της να στηθεί μια νέα τάξη πραγμάτων». Μάλιστα ο Μ. (ό.π.) υποστηρίζοντας ότι μέσα στην ισλαμική-θεοκρατική Οσμανική Αυτοκρατορία τα προνόμια των ΧΟ ιερέων αυξήθηκαν πολύ σε σχέση με τα αντίστοιχα προνόμια επί Βυζαντίου, υποστηρίζει ότι «η εισαγωγή ενός νέου αστικού κώδικα στην Τουρκία, ενός κώδικα ολότελα ξένου προς την θρησκεία και βασιζόμενου στον πλήρη διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας, θα σήμαινε όχι μονάχα την κατάργηση του Μωαμεθανισμού, αλλά και την κατάρρευση της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας». Τα ίδια λέει ο Μ. κι εδώ (15-4-1854): «Αν καταργήσεις την υποταγή τους στο Κοράνι με μιαν αστική χειραφέτηση, καταργείς ταυτόχρονα και την υποταγή τους στον κλήρο…Αν υποκαταστήσεις το Κοράνι με έναν code civil, θα πρέπει αν δυτικοποιήσεις ολόκληρη τη δομή της βυζαντινής κοινωνίας». Δεν πρέπει, βέβαια να κατηγορούμε τον Μ. επειδή δεν ήταν προφήτης (αν και ήθελε να είναι τέτοιος), μπορούμε να τον κατηγορούμε ότι ήταν εξαιρετικά αφελής στο σημείο αυτό, και εξηγούμε γιατί: Ο Κεμάλ ανέτρεψε την οθωμανική θεοκρατία στα 1923, ωστόσο καθόλου κάτι τέτοιο δεν έφερε την πραγματική ισότητα μεταξύ ραγιάδων (Ελλήνων) και Μουσουλμάνων (Τούρκων) στην μεταοθωμανική Τουρκία, αφού την θρησκευτική (κι εμμέσως εθνική) καταπίεση αντικατέστησε η φυλετική-εθνική καταπίεση. Ο Μ. φαίνεται στο σημείο αυτό να νόμιζε ότι η υιοθέτηση ενός αστικού κοσμικού κώδικα εξαλείφει την ανισότητα ή ότι η οσμανική ανισότητα ραγιάδων-Τούρκων θα ήταν αδύνατο να διατηρηθεί με άλλες μορφές. Στο σημείο, βέβαια, της κατάρρευσης της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας είχε δίκαιο: οι Νεότουρκοι και ο Κεμάλ αφαιρώντας της τα σουλτανικά προνόμια μπορούσαν να επεμβαίνουν στην εκπαίδευση, στα οικονομικά του Πατριαρχείου και των Ελλήνων κ.ο.κ., ώστε να επιφέρουν τον μαρασμό της, δηλαδή η κατάρρευση της θεοκρατίας σήμανε μόνο την κατάρρευση της ΧΟ Εκκλησίας αλλά όχι του τουρκικού Ισλάμ, το οποίο σήμερα αναβιώνει και επαναχρησιμοποιείται ως πολιτικό εργαλείο από την Τουρκία.
Σύμφωνα με τον Μ. (15-4-1854) «Η Κωνσταντινούπολη παραδόθηκε με συνθηκολόγηση» και γι’ αυτό «Οι χριστιανοί απολαύουν τα προνόμιά τους μόνο και μόνο επειδή συμφώνησαν ν’ αποδεχθούν την μουσουλμανική προστασία».
Έλληνες

Για τους Έλληνες ο Έ. παρατηρεί ότι «είναι οι σημαντικότεροι έμποροι…σε μερικές περιοχές είναι επίσης αγρότες. …Ούτε ο αριθμός τους κι η πυκνότητά τους ούτε το εθνικό τους πνεύμα τούς δίνουν κάποιο πολιτικό βάρος ως έθνος, εκτός από την Θεσσαλία κι ίσως και την Ήπειρο» (1853). Μάλιστα αναφέρει ότι «είναι ως επί το πλείστο σλαβικής καταγωγής, όμως υιοθέτησαν την σύγχρονη ελληνική γλώσσα…είναι τώρα γενικά αποδεκτό ότι πολύ λίγο καθαρό ελληνικό αίμα υπάρχει ακόμα και στην Ελλάδα». Για τους Έλληνες ο Ένγκελς (21-4-1853): «Αν εξαιρέσουμε έναν αραιό πληθυσμό, που έχει δεχτεί την ελληνική γλώσσα, μολονότι στην πραγματικότητα είναι σλαβικής καταγωγής…». Όντας λίγοι, δεν έχουν τύχη ούτε δικαίωμα στην κυριαρχία επί της Βαλκανικής. Όπως παρατηρεί ο Π.Κ. η αναφορά για το μη αρχαιοελληνικό αίμα των Ελλήνων του 19ου στοχεύει στην απόρριψη των οραμάτων του φιλελεύθερου (δηλ. εχθρού του κομμουνισμού) φιλελληνισμού για επανασύσταση της Αρχαίας Ελλάδας. Αν οι Νεοέλληνες έχουν σλαβική καταγωγή, τότε δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για ανάσταση των Αρχαιοελλήνων. Βέβαια εκείνη την εποχή είχε προκληθεί έντονη διαμάχη όχι μόνο μεταξύ Φαλμεράιερ και Ελλήνων αλλά και ξένων ιστορικών σχετικά με την καταγωγή των Νεοελλήνων, και οι Μ-Ε. φαίνεται να παραθέτουν πληροφοριακά την άποψη για σλαβική καταγωγή, δίχως να είναι ρατσιστές. Στην πραγματικότητα οι Μ-Ε. δεν ενδιαφέρονται κατά βάθος για την ιστορική αλήθεια αλλά για το αν η τάδε ή δείνα ερμηνεία της οφελεί τον πολιτικό προσανατολισμό τους: Επειδή οι φιλελεύθεροι, εχθροί του κομμουνισμού, είναι υπέρ της συνέχειας-αναγέννησης του Ελληνισμού, γι’ αυτό οι Μ-Ε. παραθέτουν την άποψη για σλαβική καταγωγή, ώστε να δείξουν το ιστορικό λάθος των πολιτικών εχθρών τους. Άρα δεν μπορούμε να μιλάμε τόσο για ανθελληνισμό επί της ουσίας, δηλαδή λόγω έμφυτης αντιπάθειας προς τους Έλληνες, όσο για αντιφιλελευθερισμό και αντιρωσσισμό, οι οποίοι εκδηλώνονται ωστόσο και ως προφανής «ανθελληνισμός», μια και ο φιλελληνισμός συνδέεται από τους Μ.-Ε. με τον φιλελευθερισμό και τον τσαρισμό.

Ότι ο «ανθελληνισμός» των Μ.-Ε. εκδηλώνεται ανάλογα με το κατά πόσο βολεύει την Επανάσταση φαίνεται από τις εκδηλώσεις αποτροπιασμού του Μ. για την αγγλική κυριαρχία στα Επτάνησα (6-1-1859): «Τα φιλανθρωπικά αισθήματα της Μεγάλης Βρεταννίας για τα νησιά εκδηλώθηκαν στην πραγματικά αυστριακή αγριότητα με την οποία ο σερ Henry Ward συνέτριψε την τοτινή εξέγερση στα νησιά. Σ’ ένα πληθυσμό 200.000 ψυχών, οι 8.000 τιμωρήθηκαν με απαγχονισμό, μαστίγωση, φυλάκιση κι εξορία· γυναίκες και παιδιά μαστιγώθηκαν μέχρις αίματος…Κι όμως οι Βρεταννοί καυχιούνται ότι χάρισαν στους κατοίκους των Ιονίων Νήσων την ευλογία ενός ελεύθερου συντάγματος κι ότι ανέπτυξαν τον υλικό τους πλούτο…».
Ο Μαρξ (29-3-1854), προκειμένου να υπερασπιστεί (ο Μαρξ) το στάτους κβο (την στιγμή εκείνη δεν συμφέρει την Επανάσταση η διατάραξή του) της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και να αφήσει ελεύθερο το έδαφος αργότερα για την κυριαρχία στα Βαλκάνια των Νοτιοσλάβων (αφού οι Έλληνες είναι όργανα των Ρώσσων βλ. παρακάτω: 2-9-1853), κάνει εκτενή ανάλυση του χαρακτήρα των Ελλήνων, με τάσεις να μειώσει τον χαρακτήρα τους ή να αποδείξει ότι εκτός από μερικούς συμμορίτες δεν ενδιαφέρονται για τα βαλκανικά ζητήματα: η μόνη συμπαγής ελληνική παρουσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι οι Έλληνες της τότε τουρκικής ακόμη Θεσσαλίας: «οι κάτοικοι του θεσσαλικού κάμπου…αποτελούν και την μόνη συμπαγή ελληνική κοινότητα [στην τοτινή Οθ. Αυτοκρατορία]» (αυτό είναι λανθασμένο) –«Το υπόλοιπο μέρος του ελληνικού πληθυσμού που αριθμεί περίπου 300.000 ψυχές κατανεμειμένες στις πόλεις του τουρκικού κράτους» (επίσης λανθασμένο)–, είναι δειλοί που δεν επαναστάτησαν ούτε στα 1821: «..ο νωθρός και δειλός αυτός πληθυσμός δεν τόλμησε να ξεσηκωθεί ούτε στην εποχή του ελληνικού απελευθερωτικού αγώνα» (κι αυτό λανθασμένο), και με πρόφαση διάφορες βιαιοπραγίες επαναστατημένων κλεφτών της Ηπείρου κατά και των Ελλήνων της Θεσσαλίας-Ηπείρου (άρθρα Μαρξ 6-5-1854 και 15-5-1854), γενικεύει και υποστηρίζει δίχως πολύ σκέψη το ότι οι Θεσσαλοί φοβούνται τους κλέφτες-αντάρτες ομοεθνείς τους: «φοβούνται τους συμπατριώτες τους περισσότερο απ’ ό,τι τους Τούρκους». Κι εδώ, όπως πάντα, οι κρίσεις του Μ. για έναν λαό εξαρτώνται από το αν συντελεί θετικά στην Επανάσταση: τα υπαρκτά μειονεκτήματα των Ελλήνων μεγιστοποιούνται ώστε να αποκλειστεί (και να πειστούν οι αναγνώστες ότι πρέπει να αποκλειστεί) η άποψη για ενίσχυση των Ελλήνων και των επιδιώξεών τους από τη Δύση.

Ο Μ. αναφέρεται στο ιδανικό της Μ. Ιδέας (29-3-1854): «Οι Έλληνες του λεγόμενου [ελληνικού] βασιλείου, καθώς κι όσοι ζουν στα Ιόνια νησιά υπό βρεταννική κυριαρχία, θεωρούν βέβαια ως εθνική τους αποστολή να εκδιώξουν τους Τούρκους απ’ όλα τα μέρη, όπου μιλιέται η ελληνική γλώσσα, και να ενώσουν την Θεσσαλία και την Ήπειρο σ’ ένα δικό τους κράτος. Φθάνουν μάλιστα να ονειρεύονται και την παλινόρθωση του Βυζαντίου, μολονότι γενικά είναι λαός αρκετά ξύπνιος για να μην πιστεύει σε μια τέτοια ονειροφαντασία. Όμως όλα αυτά τα ελληνικά σχέδια εθνικής επέκτασης…προβάλλονται ως συνέπεια ρωσσικών μηχανορραφιών και επίσης διακηρύσσονται από τους ληστές των βουνών δίχως να βρίσκουν απήχηση στους αγροτικούς πληθυσμούς του κάμπου – όλα αυτά δεν έχουν καμμιά σχέση με τα θρησκευτικά δικαιώματα των Τούρκων υπηκόων, με τα οποία μερικοί πάνε να τα αναμίξουν». Το τμήμα αυτό είναι από τα πιο ουσιωδέστερα που έχει να πει για τους Έλληνες ο Μ.: η Μεγάλη Ιδέα (αντιφατικά ;) άλλοτε παρουσιάζεται σαφώς ως μη κρατική επιδίωξη –αφού δεν την επιδιώκουν μόνον οι του ελληνικού κράτους αλλά το ελληνικό έθνος, όπως οι Επτανήσιοι για παράδειγμα, κι έτσι απορρίπτεται η κυρίαρχη σήμερα άποψη ότι η Μ. Ιδέα ήταν κρατικό κατασκεύασμα της Ελλάδας–, ενώ άλλοτε θεωρείται προπαγάνδα της ρωσσικής πολιτικής. Όμως πώς γίνεται, από τη μια να υποστηρίζεται ότι οι Επτανήσιοι –δίχως να διαχωρίζονται σε βουνίσιους ληστές και καμπίσιους/αστούς– επιδιώκουν την Μ. Ιδέα ενώ από την άλλη υποστηρίζεται ότι μόνο οι βουνίσιοι ληστές αλλά όχι οι καμπίσιοι υποστηρίζουν την Μ. Ιδέα; Ίσως χάρη στην δυνατότητα που δίνει στον Μ. η γενίκευση των απόψεων για τους θεσσαλούς Έλληνες οι οποίοι «φοβούνται τους ομοεθνείς τους περισσότερο από τους Τούρκους»: αφού τούς φοβούνται, είναι προφανές ή πιθανό (!) ότι δεν συμμερίζονται και τους εθνικούς σκοπούς τους. Όσο για την ανασύσταση του Βυζαντίου, ο Μ. προχωρεί σε ένα ευχολόγιο: λέει ότι επειδή είναι έξυπνοι, οι Έλληνες δεν θα πιστέψουν σε τέτοια ονειροφαντασία. Στην πραγματικότητα ούτε έξυπνους τους θεωρεί (αφού είναι δειλοί και νωθροί κατ’ αυτόν – έστω και επειδή τα λέει αυτά λόγω του αντιτσαρισμού του) ούτε εξηγεί την δική του αντίφαση, πώς γίνεται και να επιδιώκουν την ανασύσταση του Βυζάντιου και να είναι τόσο έξυπνοι ώστε να μην την επιδιώκουν.

Ο Μ. (2-9-1853) αναφέρει μια συζήτηση στην αγγλική βουλή για τις σχέσεις μεταξύ Ελλήνων και Σλάβων, παραθέτοντας την ομιλία του Layard ο οποίος σύμφωνα με τον Μ. «εκφώνησε την κατά πολύ καλύτερη και ρωμαλεώτερη ομιλία»: «Σχετικά με την ίδρυση μιας ελληνικής αυτοκρατορίας με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολης…υπάρχουν μόλις 1.750.000 Έλληνες· ότι οι Σλάβοι και οι Βούλγαροι από χρόνια αγωνίζονται να διακόψουν κάθε επαφή μαζί τους, αρνούμενοι να δεχτούν ιερωμένους ελληνικής εθνικότητας ως κληρικούς κι επισκόπους· ότι οι Σέρβοι έφτιαξαν δικό τους Πατριαρχείο στη θέση του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης· κι ότι θα σήμαινε παράδοση ολόκληρης της Τουρκίας στην Ρωσσία, αν οι Έλληνες στέριωναν στην Κωνσταντινούπολη». Επίσης ο Μ. (29-3-1854) για το ελληνικό στοιχείο της Τουρκίας: «μισείται τόσο βαθιά από τους υπόλοιπους χριστιανικούς λαούς, ώστε, όπως στην Σερβία και στην Βλαχία, η συνέπεια ήταν η εκδίωξη όλων των παπάδων ελληνικής καταγωγής και η αντικατάστασή τους από ιθαγενείς ιερείς». Η ειρωνεία της τύχης με όλα αυτά είναι ότι οι Έλληνες έπαψαν να είναι εκλεκτοί της Ρωσσίας (άρα επικίνδυνοι για την Επανάσταση) κι ότι έγιναν εκλεκτοί της Αγγλίας. Πάντως, φαίνεται με όλα αυτά να θεωρεί ότι ο αντιρωσσισμός είναι μεγαλύτερος στους Σλάβους παρά στους Έλληνες. Για τους χαλαρούς δεσμούς Ελλήνων-Σλάβων ΧΟ: «η θρησκευτική έχθρα εναντίον των Λατίνων αποτελεί τον μόνον κοινό δεσμό ανάμεσα στις διάφορες φυλές που κατοικούν στην Τουρκία και δέχονται το ελληνορθόδοξο θρήσκευμα» (Μ. 13-3-1854). Όλα αυτά με την επισήμανση ότι στα 1854 θεωρούσε τους Νοτιοσλάβους κατάλληλους για την κυριαρχία στα Βαλκάνια, ως αντιρώσσους: αν οι Έλληνες είναι όργανα των Ρώσσων (λέει ο Μ. στις 27-8-1867) και οι Ν/Σλάβοι φύσει αντιρώσσοι, τότε ο τονισμός της διαμάχης Ελλήνων-Νοτιοσλάβων είναι ό,τι συμφερότερο για τον επαναστατικό αντιτσαρισμό/αντιρωσσισμό.

Για το νεοελληνικό κράτος:

«..ασχολούμαι πολύ με αυτό το βάσανο, την ιστορία του νεοελληνικού κράτους» Μ. στον Έ. (3-5-1854)

«Η βρεταννική επιρροή αποσύνθεσε τις ελληνικές κοινότητες...» Μ. (30-9-1854)

Ακόμη και η επανάσταση του 1843 για συνταγματική μοναρχία είναι αποτέλεσμα ρωσσικών δολοπλοκιών: «Την συνταγματική επανάσταση της Ελλάδας, τον Σεπτέμβριο του 1843 την κατεύθυνε ο Κατακάζης, ο Ρώσσος πρεσβευτής στην Αθήνα και πρώην υπεύθυνος επιτηρητής του ναυάρχου Heyden κατά την καταστροφή του Ναβαρίνου» γράφει ο Μ. (1860). Από ένα σημείο και μετά (και δεν αφορά μόνο σε αυτήν την περίπτωση) ο επαναστατικός αντιρωσσισμός των Μ.-Ε. δίνει τη θέση του σε μια ψυχοπαθολογική συνωμοσιολογία και ερμηνεία της ιστορίας με πρακτορολογία. Για ποιο λόγο ο αυταρχικός Τσάρος να εξέθετε τους Έλληνες στην δημοκρατία προτρέποντάς τους να ζητήσουν Σύνταγμα; Δεν είναι προφανές ότι εκδημοκρατιζόμενη η Ελλάδα έφευγε για πάντα από τη σφαίρα επιρροής της Ρωσσίας;

Καποδίστριας

«infamous» Μ. στον Έ. (3-5-1854), ως φιλορώσσος.

«..πώς τους επιβλήθηκε ο Καποδίστριας…» Μ. (30-9-1854)

«…Ο [Τσάρος] Νικόλαος δεν έδωσε με πατρική πρόνοια στους Έλληνες για κυβερνήτη έναν Ρώσσο στρατηγό, τον κόμη Καποδίστρια; Όμως οι έλληνες δεν ήσαν Γάλλοι και δολοφόνησαν τον ευγενή Καποδίστρια» Μ. (1860)

Γενικά οι κρίσεις του Μ. για τον Καποδίστρια ως φιλορώσσο είναι υπερβολικές, με βάση τις έρευνες που έχουν γίνει. Ωστόσο μόνη η ιδιότητα του ρωσσικού διπλωμάτη αρκούσε για την αποτίμηση εκ μέρους του Μ.
Οι Φαναριώτες:

«πανούργους μεσολαβητές ανάμεσα στα δύο κόμματα» (Έ. 19-4-1853)

«..του πιο διεφθαρμένου συναφιού Ελλήνων μισθοφόρων που υπήρξε ποτέ» (ό.π.)

«Η διοίκηση των Φαναριωτών στάθηκε πάντα ολέθρια για τις ηγεμονίες» Μ. (1853).

Βυζάντιο:

«…η ευρωπαϊκή ελληνική αυτοκρατορία» Μ. (12-8-1853)

«..τους Έλληνες αυτοκράτορες της Κωνσταντινούπολης» Μ. (6-5-1854)

«…οι Έλληνες αυτοκράτορες» Μ. στον Ε. (3-5-1854)

«…των Ελλήνων ηγεμόνων» Μ. (9-1-1857)

Σε γενικές γραμμές οι Μ-Ε. θεωρούν ότι Βυζάντιο και Ρωσσία είναι το ίδιο πράγμα, ποιοτικά. Σε μια περίπτωση όμως ο Μ. (29-3-1854) αναφέρει μια διαφορά ανάμεσα σε Βυζάντιο και τη σύγχρονή του Ρωσσία: «Στην βυζαντινή αυτοκρατορία Κράτος κι Εκκλησία ήσαν τόσο στενά συνυφασμένα…Στην Ρωσσία επικρατεί η ίδια ταυτότητα, μολονότι εκεί, σ’ αντιδιαστολή προς την βυζαντινή αυτοκρατορία, η Εκκλησία μετατράπηκε σε απλό όργανο του Κράτους, όργανο καταπίεσης στο εσωτερικό και επίθεσης στο εξωτερικό». Η επισήμανση είναι σωστή, αν και πιθανόν ο λόγος για αυτήν είναι η προσπάθεια του Μ. να διαχωρίσει συνειδησιακά (έστω γράφοντας σε Δυτικούς αναγνώστες) τους ΧΟ των Βαλκανίων από τη Ρωσσία, χάριν του επαναστατικού αντιτσαρισμού του.

Οπωσδήποτε, τόσο οι ποικίλες τους αναφορές ενάντια στην πιθανότητα οι Έλληνες να επανασυστήσουν την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, όσο και η απουσία αντίστοιχων αναφορών για τους άλλους Βαλκανικούς λαούς, καθώς και οι αναφορές τους σε Έλληνες αυτοκράτορες δείχνουν ότι είχαν συναίσθηση ότι το Βυζάντιο δεν ήταν απλώς Χριστιανικό, οπότε όλοι οι βαλκανικοί λαοί θα ενδιαφέρονταν για την επανασύστασή του, αλλά ήταν «Ελληνικό».
Ο Έ. (1889-1890) υποστηρίζει ότι οι Έλληνες επαναστατούσαν διότι «Ήσαν εμπορικός λαός, και οι έμποροι υπέφεραν περισσότερο από την καταπίεση των Τούρκων πασάδων» σε αντίθεση με τους Νοτιοσλάβους, οι οποίοι όντας περισσότερο αγρότες δεν υπέφεραν τόσο πολύ – τουλάχιστον συγκριτικά με τους δυτικοευρωπαίους αγρότες. Αντίθετα, το ελληνικό εμπόριο επί Τουρκοκρατίας είχε ανθίσει «κι είχε γίνει κιόλας τόσο σημαντικό, ώστε δεν μπορούσε πια να σηκώσει την τουρκική κυριαρχία…Η τουρκική κυριαρχία…είναι ασυμβίβαστη με την καπιταλιστική κοινωνία…λείπει ο πρώτος βασικός όρος της αστικής προσοδοφόρας δραστηριότητας: η ασφάλεια του προσώπου και της ιδιοκτησίας του εμπόρου. Δεν είναι λοιπόν παράδοξο που οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν τώρα ακόμα μια φορά, αφού από το 1774 είχαν ήδη δυο φορές αποπειραθεί να εξεγερθούν».
Η άποψη αυτή είναι πολύ ενδιαφέρουσα, γιατί υποστηρίζεται και σήμερα από τους αναθεωρητές ιστορικούς των εφημερίδων του Βήματος των Νέων κ.ά. Λέγεται, δηλαδή, ότι η Επανάσταση του 1821 ήταν έργο των εμπόρων-αστών, που δεν άντεχαν την τουρκική μη καπιταλιστική νοοτροπία. Ενάντια σε ένα τέτοιο υπερβολικό τονισμό του εμπορικού στοιχείου, ο οποίος φυσικά ενέχει πολεμική αιχμή κατά της ΧΟ Εκκλησίας, αφού πάντα υπάρχει έριδα σχετικά με το ποιος είναι, μεταξύ των Ελλήνων, ο πνευματικός υποκινητής τους για το 1821, μπορούν να ειπωθούν τα εξής:

α) Οι «μη έμποροι» Σέρβοι είχαν επαναστατήσει νωρίτερα από τους «έμπορους Έλληνες», στα 1804 και μάλιστα με επιτυχία. Κάτι τέτοιο αντικρούει το ότι οι έμποροι περνούσαν χειρότερα από τους αγροτικούς (διάβαζε: Νοτιοσλαβικούς) πληθυσμούς. Αυτή η άποψη μπορεί μόνο συνωμοσιολογικά να αντικρουσθεί: αν και οι αγρότες (ή Νοτιοσλάβοι/Έλληνες) επαναστατούν κατά των Τούρκων, τότε προφανώς (!) παρακινήθηκαν από πράκτορες του Τσάρου. Τότε όμως πάμε στο (ε), παρακάτω. Καλό, βέβαια, θα ήταν να ανατρέξει κανείς σε μια ιστορία των βαλκανικών εξεγέρσεων κατά των Οθωμανών, για περισσότερη τεκμηρίωση.

β) οι έμποροι αποτελούσαν ένα 10% του ελληνικού πληθυσμού, το υπόλοιπο ήταν αγρότες οι οποίοι σαφέστατα τάχθηκαν – ασφαλώς όπου μπορούσαν (λ.χ. η πεδινή Θεσσαλία δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως αντεπιχείρημα) – υπέρ της επανάστασης του 1821.

γ) οι Έλληνες είχαν επαναστατήσει κι άλλες φορές, πριν την ανάπτυξη του εμπορίου

δ) ο Π. Κονδύλης, που παρατηρεί την άποψη αυτήν του Έ., στην Παρακμή του αστικού πολιτισμού, στην εισαγωγή παρατηρεί εύστοχα, αναφερόμενος τουλάχιστον στον 18ο και 19ο αι., ότι αστική τάξη στην Ελλάδα δεν υπήρξε, παρά καραβοκύρηδες και μεταπράτες.

ε) Επανειλημμένα οι Μ.-Ε. τονίζουν τον ρόλο των τσαρικών πρακτόρων στις ελληνικές εξεγέρσεις. Συνεπώς η δική τους έμφαση στον ρόλο των Ελλήνων εμπόρων (και, συνεπακόλουθα, στην αιτία που ο ρόλος αυτός τονίζεται) μειώνεται από τους ίδιους τους Μ-Ε.
Μαυροβούνιοι
Ο λαός του Μαυροβουνίου «πυρπολεί χωριά, σκοτώνει τους κατοίκους τους και αρπάζει τα κοπάδια τους» (Ε. 1853). Και πάλι η αιτία στην υπενθύμιση των αρνητικών των Μαυροβούνιων δεν οφείλεται σε ρατσισμό κι εθνικές συμπάθειες/αντιπάθειες, αλλά στο ότι ο λαός αυτός είναι όργανο της πολιτικής της Ρ. και της Αυστρίας. Ο Έ. ως τακτικιστής χρησιμοποιεί ως επιχείρημα κατά των οργάνων αυτών της Ρ. και της Αυσ. τον ηθικισμό, το ότι είναι δηλαδή βάρβαροι λαοί.
Το ίδιο γίνεται αργότερα (Έ. στον Μ. 25-8-1876) όταν γράφεται: «για τις ατιμίες των Μαυροβουνίων και των Ερζεγοβίνων [κατά των Οθωμανών] δεν λέγεται φυσικά ούτε λέξη. Ευτυχώς οι Σέρβοι τις τρώνε». Στον αντιτσαρικό αγώνα τους οι Μ.-Ε. χρησιμοποιούν ηθικιστικά επιχειρήματα (εδώ: την βάρβαρη συμπεριφορά των εξεγερμένων προς τους Τούρκους), αλλά από την άλλη επικρίνουν τα ηθικιστικά–ρομαντικά επιχειρήματα των πολιτικών αντιπάλων τους.

Βούλγαροι

Στα 1882 (22/25-2) ο Έ., όταν θεωρεί ότι η Επανάσταση πλησιάζει, δεν επιδιώκει την χειραφέτηση των βαλκάνιων λαών, επειδή αυτή συμφέρει την Ρωσσία: τότε για τους Βουλγάρους γράφει: «Οι Βούλγαροι έχουν οι ίδιοι περιγράψει τον εαυτό τους στα λαϊκά τους παραμύθια….Πού αλλού στον κόσμο θα βρείτε τέτοιον γουρουνολαό;»

Σλάβοι

Ο Έ. (1853) αναφέρεται στον «Σλάβο χωρικό της Μακεδονίας και της Θράκης» δείχνοντας ότι δεν θεωρεί υπαρκτή κάποια Μακεδονική εθνότητα. Το ίδιο λέει σε άλλο άρθρο του «…Οι Βούλγαροι, και οι Θράκες και Μακεδόνες Σλάβοι».

Ο Έ. (1853) θεωρεί ότι οι νότιοι Σλάβοι «μιλούν όλοι τους την ίδια γλώσσα».

Τα Βαλκάνια για τον Έ. (21-4-1853) αποτελούν «φυσική κληρονομιά της νοτιοσλαβικής φυλής».

Σωστά ο Έ. παρατηρεί ότι οι Νοτιοσλάβοι «ακόμα βέβαια δεν σχηματίζουν έθνος», αλλά πιστεύει ότι μπορεί να υπάρξει ένας «ισχυρός και σχετικά πεφωτισμένος εθνικός πυρήνας» (21-4-1853), η Σερβία. Μάλιστα «οι Χριστιανοί της Βουλγαρίας, Θράκης, Μακεδονίας και Βοσνίας τούς βλέπουν ως το επίκεντρο γύρω από το οποίο θα πρέπει να συσπειρωθούν όλοι στις προσεχείς τους προσπάθειες για εθνική ανεξαρτησία». Εκείνη την εποχή το βουλγαρικό εθνικό κίνημα ήταν ανύπαρκτο. Το περίεργο είναι ότι για τον Έ. οι Βούλγαροι είναι Σλάβοι.

Ωστόσο το σημαντικό είναι ότι 29 χρόνια αργότερα ο Έ. αρνείται στους Σέρβους ένα τέτοιο δικαίωμα ένωσης των Σλάβων σε ένα κράτος (25-2-1882): «Ούτε οι Κροάτες ούτε και οι Μαυροβούνιοι θέλουν να υποταγούν στην εξουσία του Βελιγραδίου. Απεναντίας. Οι Μαυροβούνιοι και οι φίλοι τους, οι κατά φύσιν λαΐσκοι του Κριβότσιγιε και της Ερζεγοβίνης, θα υπερασπίσουν την «ανεξαρτησία» τους απέναντι στο Βελιγράδι…το ίδιο όπως κι απέναντι στους Τούρκους ή στους Αυστριακούς…Άλλωστε η Μεγάλη Σερβία, στον βαθμό που θα στηνόταν, θ’ αποτελούσε μονάχα μια διεύρυνση της ηγεμονίας της Σερβίας». Μάλιστα (ό.π.) έχοντας συμβουλευτεί τότε (εντελώς τυχαία, δηλαδή όταν άλλαξε άποψη για την ικανότητα-ορθότητα της δημιουργίας ενός μεγάλου Νοτιοσλαβικού κράτους) «έναν καλούτσικο γλωσσικό χάρτη της περιοχής» ο Έ. παρατηρεί ότι «η υπόθεση της απελευθέρωσης αυτών των Βαλκάνιων Σλάβων δεν είναι καθόλου απλή κι ότι, αν εξαιρέσουμε την σερβική περιοχή, όλες οι άλλες είναι σπαρμένες από τουρκικούς εποικισμούς και περιτριγυρισμένες από μιαν ελληνική ακτή, για να μην αναφέρω ότι η Θεσσαλονίκη είναι πόλη Ιουδαίων».
Ένα από τα μεγαλύτερα σφάλματα των Μ-Ε όταν μιλάν για το Ανατολικό Ζήτημα είναι ο τακτικιστικός ηθικισμός τους. Αλλάζουν κρίσεις για τους λαούς και την ηθική ποιότητά τους μόλις η στρατηγική τους για την Επανάσταση αλλάξει: Στο ίδιο κείμενο ο Έ. γράφει: «οι ενάρετοι Βούλγαροι ξεμπερδεύουν τώρα στην Βουλγαρία και στην Ανατολική Ρωμυλία γρήγορα με τους Τούρκους, σκοτώνοντάς τους, διώχνοντάς τους και καίγοντας τα σπίτια τους με τους ίδιους μέσα. Αν οι Τούρκοι είχαν κάμει το ίδιο μαζί τους…τότε σήμερα δεν θα υπήρχε βουλγαρικό ζήτημα». Οι δύστυχοι Τούρκοι! Πάντα φιλεύσπλαγχνοι. Και πόσος ηθικισμός: επειδή κατοικούν τα Βαλκάνια δύστυχοι Τούρκοι έποικοι και Εβραίοι, θα ήταν πράξη ανήθικη, βίαιη, η απελευθέρωση των Βαλκανιών λαών, ενώ προφανώς η τουρκική κατάκτηση των Βαλκανίων και οι τουρκικοί εποικισμοί δεν ήταν προϊόν βίας. Το ακόμη πιο υποκριτικό στην λογική των Μ-Ε είναι ότι κατηγορούν ως διπρόσωπους τους πολιτικούς εχθρούς τους, ότι δηλαδή οι τελευταίοι αλλάζουν θέσεις συνεχώς και μάλιστα ότι χρησιμοποιούν τον ηθικισμό και τον ρομαντισμό (π.χ. εξιδανίκευση Ελλήνων ή Τούρκων) στις πολιτικές τους αναλύσεις/προτάσεις, ενώ και οι ίδιοι προκειμένου να τεκμηριώσουν τα πολιτικά τους στρατηγήματα χρησιμοποιούν τον ηθικισμό (π.χ. οι δύστυχοι σφαζόμενοι Τούρκοι), δηλαδή έχουν την ίδια τακτική με τους εχθρούς τους.
Σύμφωνα με τον Έ. (21-4-1853), όταν συνέφερε την Επανάσταση η δημιουργία Νοτιοσλαβικού κράτους, τότε αναμενόταν ότι με την ίδρυση τέτοιου κράτους θα υπάρξει η «από καιρό ήδη ώριμη σύγκρουση ανάμεσα σε ρωσσική απολυταρχία και ευρωπαϊκή δημοκρατία». Ποια ήταν αυτή η «ευρωπαϊκή δημοκρατία» όμως;
Αν οι Σλάβοι ανεξαρτητοποιούνταν, τότε θα δημιουργούνταν αντιρωσσικό αίσθημα (Έ., 1853)

Το ίδιο λέει ο Έ.: (21-4-1853): «σε όσα κράτη ξεπετάχτηκαν πάνω σε τουρκικό έδαφος,…δημιουργήθηκε αμέσως ένα ισχυρό αντιρωσσικό κόμμα». Αυτό είναι σωστό μεν, οφείλεται όμως και στην προσδοκία του να «εκδυτικιστούν» και να εναντιωθούν στην Ρωσσία τα βαλκανικά έθνη, αφού η Ρ. είναι ο μέγιστος εχθρός της Επανάστασης.

Ο Έ. (21-4-1853) θεωρεί ότι ο εκδυτικισμός των απελευθερωμένων βαλκάνιων λαών είναι απαραίτητος για την ανεξαρτησία τους: «Η Σερβία, για να κρατήσει την ξέχωρη θέση της ως χριστιανικό κράτος, υποχρεώθηκε να δανειστεί από την δυτική Ευρώπη τους πολιτικούς της θεσμούς κοκ», δηλαδή να απομακρυνθεί από την ρωσσική επιρροή και να δεχτεί την δυτική. Αυτό είναι ορθό, δίχως τα θετικά αποτελέσματα για την ανεξαρτησία των βαλκανικών εθνών, τα οποία εκδυτικισμένα ή μη, δεν είναι ουσιαστικώς ανεξάρτητα.
Ο Έ. (ό.π.) αναφέρει μια ακόμη αιτία για την οποία η ανεξαρτησία των Νοτιοσλάβων θα τους οδηγήσει σε ρήξη με την Ρωσσία: τα εμπορικά συμφέροντα. «Οι Νοτιοσλάβοι της Τουρκίας και οι Έλληνες έχουν, ακόμα και σήμερα, πολύ περισσότερα κοινά συμφέροντα με την δυτική Ευρώπη παρά με την Ρωσσία» δίνοντας διάφορα παραδείγματα από το χώρο του εμπορίου και των εμπορικών οδών. Χάρη σε αυτή τη ρήξη και τα αντίθετα συμφέροντα ελπίζει ότι «θα γίνει διαρκής η επιρροή του δυτικού πολιτισμού στην νοτιοανατολική Ευρώπη».
Αγγλία – Δυτικές Μ. Δυνάμεις

Ο Μ. γράφει στον Έ. «η κυρίαρχη ολιγαρχία της Αγγλίας πρέπει να καταρρεύσει εξαιτίας του ότι κατάντησε ανίκανη…να κρατά το αγγλικό έθνος σε θέση υπεροχής απέναντι στην ηπειρωτική Ευρώπη» (10-3-1853).
Ο Έ (1853) κάνει συστάσεις στην Αγγλία: αυτή «δεν έχει περιθώρια να επιτρέψει στην Ρωσσία την κυριαρχία στα Δαρδανέλλια και στον Βόσπορο. Τόσο εμπορικά όσο και πολιτικά ένα τέτοιο γεγονός θ’ αποτελούσε σοβαρό, αν όχι θανάσιμο πλήγμα για τη βρεταννική ισχύ».
Ο Έ. (12-4-1853) επαναλαμβάνει το ίδιο εθνικιστικό επιχείρημα παρακίνησης της ολιγαρχικής-αστικής Αγγλίας για αντιρωσσική δράση: «Αν ποτέ η Ρωσσία κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη, ποιος θα περιμένει απ’ αυτήν να κρατήσει ανοιχτή την πόρτα εκείνη από την οποία η Αγγλία εισέβαλε στην εμπορική της σφαίρα επιρροής;»
Αυτά εκπλήσσουν, γιατί από τη μια βλέπουμε να αναφέρεται ένας μη σοσιαλιστικός λόγος για τον λόγο για τον οποίο πρέπει να καταρρεύσουν οι Άγγλοι αστοί, η διατήρηση της αγγλικής κυριαρχίας, ενώ από την άλλη βλέπουμε να γίνονται συστάσεις στην Αγγλία ώστε να μην ελαττωθεί η βρεταννική κυριαρχία. Στην πραγματικότητα και τα δυο αυτά οφείλονται στο ότι οι Μ-Ε φαντάζονταν ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν έναν ιμπεριαλιστή προκειμένου να αντιμετωπιστεί το κατ’ αυτούς χειρότερο κακό, η τσαρική Ρωσσία. Συνεπώς (δεύτερη σύσταση) έπρεπε να ωθούν την Αγγλία στην αντιρωσσική της πολιτική χρησιμοποιώντας αναγκαστικά εθνικιστικά φιλοαγγλικά επιχειρήματα. Στην πρώτη περίπτωση ουσιαστικά απευθύνονται στον εθνικισμό των κατώτερων αγγλικών τάξεων λέγοντας προς αυτές ότι οι αφέντες τους είναι ανίκανοι να διατηρήσουν την κυριαρχία του αγγλικού έθνους. Και σ’ αυτήν την περίπτωση ο λόγος είναι να κάνουν την Αγγλία περισσότερο αντιρωσσική: είτε σιγοντάρουν τον αντιρωσσικό εθνικισμό των πληβείων Άγγλων είτε των κεφαλαιούχων Άγγλων, αυτό συμφέρει την Επανάσταση. Το ερώτημα είναι όμως, στην πραγματικότητα τι συνέβαινε, ήταν η αντιρωσσική Αγγλία το κορόιδο των Μ.-Ε., οι οποίοι την εξαπατούσαν λέγοντάς της ότι ο αντιρωσσισμός της την οφελεί εθνικιστικά ή ήταν οι Μ.-Ε. το κορόιδο της Αγγλίας, αφού πιστεύοντας ότι η αντιρωσσική ενδυνάμωση της Αγγλίας και η ανάμιξή της στο Ανατολικό Ζήτημα και υποστηρίζοντας όλα αυτά χάριν της Επανάστασης που όλο και ήταν προ των πυλών στην πραγματικότητα απλώς ήταν, για τον τότε κόσμο, η «αριστερή» δικαιολογία του Αγγλικού εθνικισμού; Και δεν αληθεύει ότι η ευρωπαϊκή Επανάσταση δεν έγινε;
Βέβαια οι Μ-Ε. δεν ήταν αφελείς, ξέρουν ότι υπό ορισμένες μόνο προϋποθέσεις συμπίπτουν τα συμφέροντα Επανάστασης-Αγγλίας: «Στο σημείο αυτό συμβαδίζουν τα συμφέροντα της επαναστατικής Δημοκρατίας και της Αγγλίας. Καμμιά τους δεν μπορεί να επιτρέψει στον τσάρο να κάμει την Κωνσταντινούπολη μιαν από τις πρωτεύουσές του» (Έ, 12-4-1853). Μπορεί, δηλαδή να δεχτεί κανείς ότι ιστορικά οι Μ-Ε γίνονταν τα κορόιδα της Αγγλίας, ωστόσο είναι λανθασμένο να τους αποδίδεται τέτοια πρόθεση ή ανικανότητα να καταλάβουν ότι μόνον περιστασιακά και μόνο για λόγους τακτικής συμπίπτουν τα συμφέροντα της Επανάστασης με τα αγγλικά.
Ο Έ. (3-4-1890) επιχαίρει με την αναζωπύρωση του αντιτσαρισμού στους φιλελεύθερους Άγγλους, γιατί έτσι τονώνεται η αντιρωσσική τάση της Αγγλίας.
Κατά τον Έ. (21-4-1853) η Αγγλία «Πρέπει να ευνοήσει την ίδρυση ενός ανεξάρτητου σλαβικού κράτους στην θέση της εξαντλημένης και τσακισμένης Υψηλής Πύλης». Όπως βλέπουμε παραπάνω, οι Μ-Ε ήξεραν ότι τα συμφέροντα Επανάστασης-Αγγλίας τέμνονται μόνο, δεν συμπίπτουν πάντα. Ενδεχομένως εδώ να θεωρούσαν ότι μπορούσαν να πείσουν την Αγγλία να δουλέψει για λογαριασμό της Επανάστασης δημιουργώντας ένα Νοτιοσλαβικό μεγακράτος. Αλλά τίθεται το εξής ερώτημα: Για ποιο λόγο η Αγγλία να μην ευνοήσει τη δημιουργία όχι ενός Νοτιοσλαβικού (ανεξέλεγκτου) μεγακράτους αλλά πολλών μικρών κι ελεγχόμενων από αυτήν κρατών (σλαβικών κι ελληνικού); Δεν είναι προφανές ότι στη δεύτερη περίπτωση είχε πολύ μεγαλύτερα οφέλη; Εφόσον, σύμφωνα με τον Έ. η ανεξαρτησία των Νοτιοσλάβων οδηγούσε, δίχως καμμιά άλλη δυνατότητα, στον εκδυτικισμό τους, στην τόνωση των σχέσεων με τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό και στην ρήξη με την Ρωσσία, δηλαδή έτσι κι αλλιώς η νοτιοσλαβική ανεξαρτησία, με ένα ή με πολλά κράτη, ήταν αντιρωσσική εξέλιξη, γιατί να μην εκμεταλλευτεί στο έπακρο την αναπόφευκτη εξέλιξη της απελευθέρωσης των Νοτιοσλάβων, και –αντίθετα– να δημιουργήσει έναν επικίνδυνο ανταγωνιστή της, ένα Νοτιοσλαβικό ανεξάρτητο, δημοκρατικό, μεγακράτος; Κι, άρα, η Αγγλία να προωθήσει τα συμφέροντά της ενάντια στην Επανάσταση παρά την προσπάθεια των Μ-Ε να της αποδείξουν ότι ταυτίζονται τα συμφέροντά τους;
Ο Μ. (8-7-1853) πιστεύει ότι η «Ρωσσία πήρε τόσο πολύ θάρρος, επειδή υπολόγιζε στην ανοχή της Αγγλίας», δηλαδή ότι η Ρωσσία προχωρεί επειδή της το επιτρέπουν. Μάλιστα, λέει ο Μ. (30-12-1853) «Η ιδέα της ρωσσικής διπλωματικής υπεροχής οφείλει την δραστηριότητά της στην μικρόνοια και στην ατολμία των Δυτικών εθνών κι ότι η πίστη στην ρωσσική στρατιωτική ανωτερότητα δεν αποτελεί παρά μία πλάνη».
Ο Μ. (5-4-1854), πάντα με βάση την αρχή πως ό,τι συμφέρει την Ρωσσία αντιτίθεται στην Επανάσταση κι άρα πρέπει να καταδικάζεται, κατηγορεί την Αγγλία ότι ενδιαφερόμενη για τις θρησκευτικές ελευθερίες των Βαλκάνιων Χριστιανών ενισχύει την απήχηση της Ρωσσίας στους πληθυσμούς αυτούς επειδή η Ρωσσία ως Ορθόδοξη και κοντινότερη χώρα στα Βαλκάνια μπορεί πολύ καλύτερα απ’ ό,τι η αλλόδοξη και μακρινή Αγγλία να παριστάνει τον υπερασπιστή της θρησκευτικής ελευθερίας των ΧΟ στα Βαλκάνια. Κι έτσι οι πληθυσμοί των Βαλκανίων συσπειρώνονται στην Ρωσσία κι όχι στην Αγγλία, η πρώτη ενισχύεται, άρα η Επανάσταση τίθεται σε κίνδυνο ή απομακρύνεται. «Η Αγγλία διδάσκεται πώς να υποστηρίζει την ρωσσική αξίωση για δικαίωμα θρησκευτικής προστασίας των Χριστιανών της Τουρκίας». Ο Έ. έχει την ίδια θέση (17-8-1889): «Αν η Ελλάδα πάρει την Κρήτη, αυτό θα γίνει μόνο ελεώ της Ρωσσίας…», όσο κι αν οι Άγγλοι φιλέλληνες ή οι Γερμανοί προσπαθούν να βοηθήσουν ή να δελεάσουν την Ελλάδα.
Σύμφωνα με τον Μ. (5-8-1853) η δειλία των Μ. Δυνάμεων να απορρίψουν το στάτους κβο, το οποίο οδηγεί στην κατάκτηση από τον Τσάρο της Τουρκίας, θα προκαλέσει την ταπείνωσή τους στα μάτια των δυτικών λαϊκών μαζών: Η ταπείνωση αυτή και η ανικανότητά τους «να διαφυλάξουν τα συμφέροντα του ευρωπαϊκού πολιτισμού ενάντια στις ρωσσικές υπερβάσεις δεν μπορούν παρά να προκαλέσουν καθολική αγανάκτηση στους λαούς». Υπάρχει κάποιος ενιαίος ευρωπαϊκός πολιτισμός (ή απλώς αχνή ανάμνηση του μεσαιωνικου δυτικού μίσους για τους Ορθόδοξους στις τοτινές λαϊκές μάζες της Δύσης;) του οποίου τα συμφέροντα όταν δεν διαφυλάττονται, οι λαϊκές δυτικές μάζες αγανακτούν; Και εξαιτίας της αγανάκτησης αυτής σκέφτονται την Επανάσταση κατά των ανίκανων να αντιμετωπίσουν την Ρωσσία αριστοκρατικών/αστικών ηγεσιών τους; «Το επαναστατικό κόμμα μονάχα ευχαριστημένο μπορεί νάναι μ’ αυτή την κατάσταση». Σύνδεση άσχετων πραγμάτων.
Πάντως, για τον Μ. (2-1-1855) ο αντιρωσσισμός των Άγγλων είναι λαϊκός: «Τον τωρινό πόλεμο με την Ρωσσία τον επέβαλε στην αγγλική ολιγαρχία ο λαός…κάποιος λαϊκός πόλεμος –κι ένας τέτοιος ήταν δυνατός μονάχα με την Ρωσσία–…» Έτσι, ο αντιβυζαντινισμός των μεσαιωνικών Δυτικών ταιριάζει μια χαρά με τα συμφέροντα της Επανάστασης.

Ευρωπαϊκός πόλεμος, Μ. Δυνάμεις, Επανάσταση

Ο Μ. (10-3-1853) λέει ότι το Αν. Ζήτημα «δεν θ’ αποτελέσει ποτέ αφορμή ενός ευρωπαϊκού πολέμου. Θα καταστέλλεται συνεχώς με διπλωματικό τρόπο». Πράγματι ο Α’ Π.Π. δεν έγινε χάριν της διάλυσης της Τουρκίας ούτε με αφορμή την διάλυσή της.

Έ., (19-4-1853): «Η δράση των δυτικών Δυνάμεων ή εξουδετερώθηκε από προστριβές ανάμεσά τους…ή εξυπηρέτησε μονάχα τα ρωσσικά συμφέροντα».
Κατά Μ. (9-6-1853) «Η Ρωσσία φοβάται περισσότερο την επανάσταση, που θα πρέπει να ακολουθήσει κάθε γενικό πόλεμο στην ηπειρωτική Ευρώπη». Και πράγματι, μετά τον Α’ Π.Π. συνέβη η επανάσταση, αλλά όχι η ευρωπαϊκή παρά απλώς η Ρωσσική, η οποία μετά από 28 χρόνια έδωσε στην Ρωσσία ισχύ που ούτε φαντάζονταν ο Μ. πως θα αποκτούσε με την κατάκτηση της Πόλης από τους Τούρκους.
Ο Έ. (21-4-1853) αντιτίθεται στην άποψη ορισμένων Δυτικών ότι ο γενικός (ευρωπαϊκός-παγκόσμιος) πόλεμος θα συμβεί εξαιτίας της απελευθέρωσης των Βαλκάνιων λαών από την τουρκική κυριαρχία: «Αν όμως απωθούνταν η τουρκική κυριαρχία πέρα από τον Βόσπορο…δεν θα προκαλούσε κάτι τέτοιο γενικό πόλεμο; Αυτό αναρωτιέται η διπλωματία της δειλίας και της ρουτίνας». Εδώ φαίνεται πως δεν θεωρεί την διατάραξη του στάτους κβο, καθεαυτή, δημιουργία μεγαλύτερων του Ανατολικού Ζητήματος προβλημάτων.
Πάντως, στις 22/25-2-1882, όταν θεωρεί ότι α) η Επανάσταση πλησιάζει και β) ότι η απελευθέρωση των Νοτιοσλάβων θα γίνει από τη Ρωσσία κι ότι οι Νοτιοσλάβοι αναπόφευκτα βλέπουν τον τσάρο ως τον μόνον απελευθερωτή τους (κι αυτήν την άποψη την είχε αλλάξει παλιά), άρα βλάπτει την Επανάσταση, ο Έ. πιστεύει το ακριβώς αντίθετο απ’ ό,τι στα 1853, δηλαδή ότι η απελευθέρωση των Νοτιοσλάβων συνεπάγεται Παγκόσμιο/Πανευρωπαϊκό Πόλεμο: «Για μια φούχτα Ερζεγοβίνους να ξεκινήσεις έναν παγκόσμιο πόλεμο, που θα στοιχίσει 1000 φορές περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους ζούνε στην Ερζεγοβίνη – δεν είναι αυτή η δική μου αντίληψη για την πολιτική του προλεταριάτου». Επίσης (ό.π.) «Αν από την εξέγερση αυτών των λεβέντηδων απειλεί να φουντώσει ένας παγκόσμιος πόλεμος, που θα μας καταστρέψει ολόκληρη την επαναστατική μας κατάσταση, τότε πρέπει και αυτοί και το δικαίωμά τους για ζωοκλοπή να θυσιαστούν ανελέητα στα συμφέροντα του ευρωπαϊκού προλεταριάτου».
Το ίδιο ο Έ. στις 17-11-1885 θεωρεί ότι το Ανατολικό Ζήτημα μπορεί να οδηγήσει σε πανευρωπαϊκό πόλεμο: «…αν η κάθε μια απ’ αυτές τις νανοφυλές δεν αποφάσιζε για ειρήνη ή πόλεμο στην Ευρώπη».
Ενώ στις 25-2-1882 ο Έ. θεωρεί ότι η Επανάσταση πηγαίνει περίφημα, ότι σε λίγους μήνες γίνεται επανάσταση στη Ρωσσία και επομένως ότι κάθε Ευρωπαϊκός πόλεμος συνιστά πισωγύρισμα της επαναστατικής υπόθεσης, κι ενώ το ίδιο λέει για τη σχέση Επανάστασης-Ευρωπαϊκού πολέμου στις 17-11-1885, στις 5-12-1885 ενώ επαναλαμβάνει ότι όλα παν «περίφημα μπροστά» για την Επανάσταση, τροποποιεί τις παραπάνω απόψεις για τη σχέση Επανάστασης-Ευρωπαϊκού πολέμου λέγοντας ότι (ναι μεν) «ένας παγκόσμιος πόλεμος θα ερχόταν άκαιρα για μας», αλλά ότι το «άκαιρα» δεν θα ήταν αρνητικό σε τελική ανάλυση, δηλαδή ακόμη κι ένας τέτοιος πόλεμος «θα έβαζε μια για πάντα τέρμα στον μιλιταρισμό…Μετά δεν θα ήταν πια δυνατός ο πόλεμος». Ασφαλώς ο μιλιταρισμός και ο φιλειρηνισμός γεννήθηκαν μετά τον Α’ Π.Π., αλλά η γέννησή τους δεν ήταν αρκετή ούτε για την Επανάσταση ούτε φυσικά για να είναι αδύνατοι άλλοι παγκόσμιοι πόλεμοι, όπως Β’ Π.Π. Βέβαια, η τροποποίηση αυτή –ιδωμένη ντετερμινιστικά– δεν συνιστά συμφορά αγιάτρευτη, αφού «απλώς» πηγαίνει 30-35 χρόνια πίσω η υπόθεση της Επανάστασης. Ο Έ. (14-9-1886): «ο πόλεμος θα έριχνε αρχικά πίσω το κίνημά μας σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, σε πολλές χώρες θα το διέλυε ολοκληρωτικά, θα υπέθαλπε τον σωβινισμό και το εθνικό μίσος...θάπρεπε να ξαναρχίσουμε από την αρχή».
Για τον Έ. (14-9-1886) «Το ευνοϊκότερο θα ήταν μια ειρηνική ή πολεμική ανάσχεση της Ρωσσίας και τότε η επανάσταση εκεί θα ήταν τελειωμένη υπόθεση». Έτσι, αν η Ρωσσία δεν μπορέσει να επεκταθεί, τότε η επανάσταση θα επικρατήσει εκεί, και θα πάψει να είναι κατακτητικό κράτος («η ρωσσική κατακτητική πολιτική θα τερματιστεί»). Πού να φανταζόταν ότι η μέγιστη ρωσσική κατάκτηση θα γινόταν υπό τα λάβαρα της Επανάστασης.
Πάντως για τον Έ. (26-10-1866) η επανάσταση στην Ρωσσία θα οδηγούσε σε «ωρίμανση της επανάστασης» στην Γερμανία, γιατί «θα έθετε τέρμα στην τυφλή πίστη προς την παντοδυναμία του Μπίσμαρκ η οποία συνασπίζει όλες τις κατέχουσες τάξεις γύρω του». Αυτό θα μπορούσε να ιδωθεί σε σχέση με την διαπίστωση (βλ. παραπάνω 9-6-1853) ότι η Ρωσσία κερδίζει έδαφος μόνο όταν επικρατεί στην Ευρώπη η αντεπανάσταση. Η δυτική ολιγαρχία βοηθά (άθελα) την Ρωσσία, η πτώση της τσαρικής Ρωσσίας βοηθά στην πτώση της ολιγαρχίας.
Ο Έ. πιστεύει στην κοινότητα της τύχης ολιγαρχών Ρωσσίας-Γερμανίας (4-1-1888): «Μόλις ανατραπεί ο τσαρισμός, θα καταρρεύσει η ανόσια δύναμη που σήμερα εκπροσωπεί ο Μπίσμαρκ, γιατί θα της αφαιρεθεί…η Αυστρία θα διαλυθεί». Βέβαια, και οι τρεις αυτοκρατορίες κατέρρευσαν, αλλά η Γερμανική και η Αυστροουγγρική δεν κατέρρευσαν εξαιτίας της κατάρρευσης του τσαρισμού, αλλά λόγω του Α’ Π.Π.

Το μετά την επανάσταση μέλλον της Ευρώπης θα είναι ρόδινο:

«Η ανατροπή του τσαρισμού είναι…ο πρώτος όρος της χειραφέτησης των εθνών της κεντρικής Ευρώπης» Έ. (4-1-1888)

«Η Πολωνία θα σηκωθεί και πάλι ορθή…οι Ρουμάνοι, οι Μαγυάροι, οι Νοτιοσλάβοι θα μπορέσουν να ρυθμίσουν μεταξύ τους τις υποθέσεις και τα μεθοριακά τους προβλήματα δίχως ξένη ανάμιξη» Έ. (4-1-1888).

Ακόμη κι οι Ρώσσοι, θα πάψουν πια να έχουν ανόητες αυτοκρατορικές φιλοδοξίες (αυτές είναι σωστές για τους Άγγλους μόνον) και από εκεί που ήταν άξεστοι βάρβαροι, τώρα μετατρέπονται στο «ευγενικό έθνος των Μεγαλορώσσων», που αντί για εδαφικές κατακτήσεις «θα εκπληρώσει τον αληθινό εκπολιτιστικό του προορισμό στην Ασία και θ’ αναπτύξει σε συνάφεια με την Δύση τις σημαντικές πνευματικές του ικανότητες» Έ. (4-1-1888). Σε τι έκρηξη ρωσσικής ισχύος και σε τι υποτέλεια τους Πολωνούς/Νοτιοσλάβους/Ρουμάνους/Ούγγρους οδήγησε το 1917 είναι πασίγνωστο…

Στον βαθμό που η Ρωσσία «δυτικοποιείται κάθε μέρα και περισσότερο» (Έ., 1889-1890), το τσαρικό καθεστώς γίνεται ασύμβατο με την ρωσσική κοινωνία, οπότε κάποτε θα καταρρεύσει. Τότε, σύμφωνα με τον Έ. η Ρωσσία δεν θα έχει χρόνο και όρεξη «ν’ ασχολείται με παιδιακίσματα καθώς η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, των Ινδιών και της παγκόσμιας κυριαρχίας…», η οποία ευτυχώς θα ανήκει μόνο στους Άγγλους, θα συμπληρώναμε.
Τότε, (ό.π.) «αν ο Βόσπορος δεν απειλείται από την Ρωσσία, η Ευρώπη θα χάσει κάθε ενδιαφέρον για την διατήρηση αυτού του παρδαλού συνονθυλεύματος λαών. Εξίσου αδιάφορο θα γίνει τότε και το λεγόμενο ανατολικό ζήτημα, η παράταση της τουρκικής κυριαρχίας σε σλαβικές, ελληνικές κι αλβανικές περιοχές, καθώς και η διαμάχη για την κατοχή της εισόδου στην Μαύρη Θάλασσα, την οποία κανείς πια δεν θα μπορεί να μονοπωλήσει ενάντια στην Ευρώπη. Μαγυάροι, Ρουμάνοι, Σέρβοι, Βούλγαροι, Αρναούτηδες, Έλληνες και Τούρκοι θα έχουν επιτέλους την δυνατότητα να λύσουν τις αμοιβαίες τους διαφορές δίχως ανάμιξη ξένης ισχύος, να οριοθετήσουν τις επιμέρους εθνικές τους περιοχές και να τακτοποιήσουν τις υποθέσεις τους κατά την κρίση τους. θα φανεί μεμιάς, ότι το μεγάλο εμπόδιο για την αυτονομία και την ελεύθερη συνομάδωση των λαών…δεν ήταν άλλο από τον ίδιο εκείνο τσαρισμό…».

Εδώ έχουμε σε δέκα σειρές συμπυκνωμένη όλη την αντιρωσσική αφέλεια του Έ., που εντέλει χρησίμευε στους Άγγλους, καθώς και την κομμουνιστική αφελή εμπιστοσύνη στην αγαθοσύνη των λαών: Αρκεί οι κακοί ιμπεριαλιστές (εδώ οι Ρώσσοι) να παραμεριστούν, ώστε οι λαοί να λύσουν άνετα τις διαφορές τους. Και δίχως να ανακατευτεί, χωρίς να επέμβει συμμαχώντας με ορισμένες από αυτές καμμιά άλλη ξένη Μ. Δύναμη, γιατί για τον Έ. η μόνη Δύναμη που ενδιαφερόταν για την περιοχή ήταν η Ρωσσία, ενώ οι άλλες Δυνάμεις ήταν αδιάφορες. Πόσο αφελές ήταν αυτός ο συλλογισμός φαίνεται στα 1922, όταν Σοβιετικοί-μετατσαρικοί Ρώσσοι, Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί, ανακατεύτηκαν στην λύση του Μικρασιατικού, και αργότερα στον Μεσοπόλεμο, όταν κάθε βαλκανική χώρα δεν «έλυσε» τα προβλήματά της μόνη αλλά υπό την προστασία διάφορων δυτικών Δυνάμεων οι οποίες δεν είχαν τα μυαλά του Έ. ώστε να αφήσουν ήσυχους τους βαλκάνιους λαούς και «ανεκμετάλλευτη» την περιοχή, αλλά συμμαχούσαν με την μια ή την άλλη βαλκανική χώρα. Ασφαλώς είναι λάθος να μιλάμε τώρα εκ του ασφαλούς και να παριστάνουμε τον τιμητή, ωστόσο ο αντιρωσσισμός των Μ.-Ε. μαζί με την υποτίμηση της βλάβης που οι άλλες Δυτικές Δυνάμεις θα προκαλούσαν στην Επανάσταση καταντά τύφλωση και παράλογο μίσος, το οποίο δεν θα περίμενε κανείς από τόσο σημαντικούς διανοούμενους.
Το μόνο ελαφρυντικό για τα παραπάνω είναι ότι η Επανάσταση για τους Μ.-Ε. είναι διεθνής, συνεπώς η Ρωσσική κομμουνιστική Επανάσταση του 1917 δεν ήταν "η" Επανάσταση παρά μόνο εάν εξαπλωνόταν σε όλη την Ευρώπη. Υπό αυτή την έννοια η παραπάνω κριτική μας για τις εκτιμήσεις των Μ.-Ε. όσον αφορά στο ρόδινο μέλλον των μετεπαναστατικών Βαλκανίων είναι ίσως υπερβολικές. Ωστόσο ενίοτε οι Μ.-Ε. αναφέρονται όχι σε Επανάσταση γενικά αλλά σε επανάσταση κατά του Τσαρισμού, και περιγράφουν την κατάσταση που θα προέκυπτε στα Βαλκάνια μετά την πτώση του Τσαρισμού και εξαιτίας της πτώσης του Τσαρισμού. Βέβαια, περίμεναν ότι η επανάσταση στη Ρωσσία θα συμπαρέσυρε την Γερμανία. Ωστόσο δεν προσδιορίζουν κατά πόσο το τρισευτυχισμένο μέλλον των Βαλκανίων θα ήταν εφικτό λόγω μόνον της πτώσης του Τσαρισμού ή, αντίθετα, λόγω της εξάπλωσης της Επανάστασης από την Ρωσσία στην Γερμανία. Γεγονός είναι ότι όσοι στην Ελλάδα μετά τα 1919-20 θεωρούσαν ότι η Επανάσταση που περιγράφεται στα κείμενα των Μ.-Ε. τα οποία παρατίθενται στο βιβλίο του Π. Κονδύλη ήταν η Ρωσσική επανάσταση του Οκτωβρίου 1917, με ό,τι συνέπειες είχε η θεώρησή τους αυτή (π.χ. στην στάση τους κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία), κάνουν λάθος: η πρώτη ήταν μια Επανάσταση διεθνής και μόνον γι' αυτήν ίσχυε η γνωστή ιεράρχηση εθνικισμού-Επανάστασης, η δεύτερη αφορούσε μόνον την πρώην τσαρική ρωσσική Αυτοκρατορία.

ΗΠΑ

Μ. (12-8-1853) «Είναι ευχάριστο να βλέπει κανείς ότι η αμερικανική επέμβαση στην Ευρώπη αρχίζει ακριβώς από το ανατολικό ζήτημα», αναφερόμενος στη διάσωση από αμερικανικά πολεμικά πλοία ενός Ούγγρου φυγάδα (επαναστάτη) από τα χέρια των Αυστριακών στη Σμύρνη. «Η Αμερική είναι ο νεότερος και ρωμαλεότερος εκπρόσωπος της Δύσης» (ό.π.), προφανώς λόγω αυτής της της ενέργειας.

Ο Μ. (19-8-1853) παραθέτει μεγάλο μέρος από ένα άρθρο μιας ιταλικής εφημερίδας, στο οποίο κάθε είδους έπαινος γίνεται για τις ΗΠΑ, με αφορμή μια μυστική συμφωνία που υποτίθεται ότι κλείστηκε μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ για ναυτική βάση στον Αίνο της Αν. Θράκης: Δεν έχουν δίκαιο όσοι ενοχλούνται από την προσπάθεια των ΗΠΑ να έχει βάσεις στην Αν. Μεσόγειο («θα ήταν άδικο να παραπονεθεί κανείς γι’ αυτήν την βλέψη του μεγάλου υπερατλαντικού έθνους ή να την αποκαλέσει ασυνεπή και γελοία»), άλλωστε οι ΗΠΑ κάνουν ό,τι οι άλλες Μ. Δυνάμεις («Αν η Αγγλία και η Γαλλία αξιοποιούν κατά το δυνατό τις ναυτικές τους δυνάμεις, γιατί να μην κάνουν το ίδιο κι οι Αμερικανοί, και μάλιστα μόλις αποκτήσουν στην Μεσόγειο ένα ναύσταθμο για αγκυροβόλιο και ανεφοδιασμό;»), άλλωστε αυτό βοηθά την Δημοκρατία ενάντια στον Τσαρισμό («Γι’ αυτούς [= τις ΗΠΑ] διακυβεύονται σημαντικά πράγματα, αφού το δημοκρατικό στοιχείο αντιτίθεται στο διαμετρικά κοζακικό [ = το ρωσσικό]». Επιπλέον το αμερικανικό εμπόριο χρήζει προστασίας («Το αμερικανικό εμπόριο και όσοι το ασκούν στα παράλια των θαλασσών μας απαιτούν την προστασία της αστερόεσσας, και για να της προσδώσουν ισχύ σ’ όλες τις εποχές του χρόνου χρειάζονται ένα λιμάνι για ένα πολεμικό ναυτικό…»), ενώ η επέμβαση των ΗΠΑ στις διεθνείς εξελίξεις είναι και θα είναι θετική («Ώς την ημέρα που η Δημοκρατία των Ηνωμένων Πολιτειών θα μπορέσει να κερδίσει απαράγραπτο δικαίωμα και επίσημη θέση σε όσα συνέδρια αποφασίζουν για τα γενικά πολιτικά ζητήματα, θ’ ασκεί με εξαίρετη μεγαλοσύνη και ιδιαίτερη αξιοπρέπεια τις ανθρωπιστικές πράξεις που υπαγορεύουν τα φυσικά δικαιώματα και το jus gentium»).
Γι’ αυτό και ο Μ. παραθέτει (24-9-1853) την άποψη μιας εφημερίδας ότι οι ΗΠΑ υποστηρίζουν την επανάσταση στην Ευρώπη, λόγω της φυγάδευσης του αμερικανού υπήκοου αλλά Ούγγρου επαναστάτη στις ΗΠΑ: «Καμμία όμως ευρωπαϊκή Δύναμη δεν θ’ αναγνωρίσει ποτέ ως αρχή του διεθνούς δικαίου ότι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει δικαίωμα να υποστηρίζει με ένοπλη βία την επανάσταση στην Ευρώπη».










Πέμπτη 16 Αυγούστου 2012

Περί Δημοκρατίας, δικαιωμάτων και των Αρχαίων ημών προγόνων

Πολλές φορές αναφερόμαστε στους Αρχαίους Έλληνες, στο άριστο πολίτευμα της Δημοκρατίας.


Στην εποχή μας η αλήθεια δεν είναι μία, οι έννοιες δεν έχουν μία εξήγηση, οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις είναι σε ημερήσια διάταξη, τι χάνουμε-τι κερδίζουμε. Προσπάθησα να καταλάβω πως εννοούσαν οι Αρχαίοι Αθηναίοι την Πολιτεία και την Δημοκρατία.

Τότε λοιπόν η Δημοκρατία κατά μία έννοια θεωρούνταν παρέκβαση, παρεκτροπή από το "ορθό", την Πολιτεία......... Διαβάστε το κείμενο: Αριστοτέλης. Πολιτικά. Εισαγωγή, Μτφρ. Π. Λεκατσάς. [1939] χ.χ., σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.



Επακριβώς δε καθορισθέντων τούτων, συνακολουθεί το προς έρευναν περί τας πολιτείας ζήτημα, πόσαι τον αριθμόν και ποίαι την φύσιν είναι, και κατά πρώτον αι ορθαί εκ τούτων• διότι αι παρεκβάσεις θα καταδειχθούν ακριβώς εξ αυτού του καθορισμού των ορθών πολιτειών. Αφού λοιπόν «πολιτεία» και «πολίτευμα» είναι ταυτόσημα, το πολίτευμα δε είναι η κυρίαρχος των πόλεων εξουσία, κατ' ανάγκην δε η κυρίαρχος αύτη εξουσία εκπροσωπείται ή υπό του ενός ή υπό των ολίγων ή υπό των πολλών, όταν μεν ο είς ή οι ολίγοι ή οι πολλοί προς το κοινόν συμφέρον άρχουν, κατ' ανάγκην αι πολιτείαι αύται είναι ορθαί, αι δε πολιτείαι, καθ' ας η αρχή ασκείται προς το ίδιον συμφέρον ή του ενός ή των ολίγων ή των πολλών, παρεκβάσεις. Διότι το ζήτημα τίθεται ούτως: ή δεν είναι πολίται οι μετέχοντες της πολιτικής κοινωνίας, ή είναι, οπότε πρέπει να κοινωνούν του συμφέροντος.

Ονομάζομεν δε συνήθως την μεν μοναρχίαν την αποβλέπουσαν εις το κοινόν συμφέρον β α σ ι λ ε ί α ν, την αρχήν αφ' ετέρου των ολίγων μεν, πλειόνων δε του ενός, α ρ ι σ τ ο κ ρ α τ ί α ν (ή διά το ότι άρχουν οι άριστοι ή διά το ότι προς το άριστον της πόλεως άρχουν), όταν δε υπό των πολλών ασκήται η εξουσία και προς το κοινόν συμφέρον, ονομάζομεν το πολίτευμα διά του κοινού πασών των πολιτειών ονόματος, π ο λ ι τ ε ί α.

Παρεκβάσεις δε των ειρημένων πολιτειών είναι, της βασιλείας μεν η τυραννίς, της αριστοκρατίας δε η ολιγαρχία, της δε πολιτείας η δημοκρατία• διότι η μεν τυραννίς είναι μοναρχία προς το συμφέρον του μοναρχούντος, η ολιγαρχία προς το συμφέρον των ευπόρων, η δε δημοκρατία προς το συμφέρον των απόρων, ουδεμία δε τούτων προς το κοινόν συμφέρον ..............

Είναι επιτέλους καιρός να αρχίσει πραγματικός διάλογος στην πολιτική, την κοινωνία, τους φορείς, τον διπλανό μας, πως θα ορίσουμε την κοινή συμβίωση, την κοινωνικότητα, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις μας, τι κόσμο θα αφήσουμε στα παιδιά μας.

Επιτέλους το κράτος και η κοινωνία είμαστε ΕΜΕΙΣ. Κοινωνία, περιβάλλον και αέρα που κατά πολλούς δεν είναι δικά μας, τα έχουμε δανειστεί από τα παιδιά μας και σε αυτά οφείλουμε να τα παραδώσουμε όπως οφείλουμε καλύτερα. Ας σταματήσουμε να γκρινιάζουμε για τους "άλλους" που φέρνουν όλα τα δεινά και ας δούμε τι κάνουμε "εμείς" για τον κόσμο και την κοινωνία μας.

. .......................................................................................

Το κείμενο αυτό είναι μία εισαγωγή για να γραφούν σκέψεις και απόψεις για τα όσα συμβαίνουν στις μέρες μας, και τα οποία δεν μας περιποιούν τιμή βέβαια. Θα ακολουθήσουν μία σειρά κειμένων για το πως βλέπω τα πράγματα. Δεκτές απόψεις στα όρια της ευπρέπειας. Ο διάλογος είναι το καλύτερο μέσον για να διαμορφωθεί σε βάθος χρόνου μία άλλη κουλτούρα, μία άλλη παιδεία, μία άλλη κοινωνική εικόνα.